Με αφορμή την πρώτη
παρουσίαση των εκδόσεων Σαΐτα, που
με αγάπη δημιούργησε ο Ηρακλής
Λαμπαδαρίου, η Παραμυθοκουζίνα φιλοξενήθηκε στην Καβάλα και να το δεύτερο
παραμύθι μας! Τα παιδιά ήταν υπέροχα, πολλά πολλά και αυτοσχεδίασαν στο τέλος, παρουσιάζοντας
τη δημιουργία τους, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό τους!
Ο Γρηγόρης δεκατεσσάρων και ο Διονύσης ποδηλατοκλέφτης
Μια φορά και έναν
καιρό ήταν ένας Γρηγόρης δεκατεσσάρων που ζούσε σε ένα χωριό όπου απαγορεύονταν
να τρως παγωτά. Ο Γρηγόρης όμως έτρωγε πολλά παγωτά κρυφά και για να το κάνει
αυτό, πήγαινε κρυφά από τους γονείς του στις πλατείες. Μια μέρα, ενώ ήταν κρυφά
σε μια πλατεία, του έσκασε το λάστιχο από το ποδήλατο. Τότε πήγε με τα πόδια σε
μια άλλη πλατεία, όπου υπήρχε ένας μάστορας που έφτιαχνε τα ποδήλατα. Όταν το
ποδήλατο ήταν έτοιμο, ο Γρηγόρης κατάλαβε πως δεν ήταν πια στην Καβάλα…
Συνάντησε τότε τον
Στέλλιο που ήταν θείος του και αυτός του έδωσε για αποστολή, να φτιάξει το λάστιχο
από το ποδήλατο του φίλου του του Δημητράκη που δεν είχε ευρώ για να πληρώσει
έναν μάστορα να το επισκευάσει. Ο Γρηγόρης που ήταν δεκατεσσάρων, καλός και
ήρωας, άρχισε να περπατάει και τότε συνάντησε τον Άγιο Βασίλη. Ο άγιος Βασίλης
του έδωσε ευρώ για να δώσει στον Δημητράκη και ακόμη του έδωσε ένα μαγικό ραβδί
που ότι ακουμπούσε, όταν ήταν χαλασμένο φτιαχνόταν! Ο Γρηγόρης έδωσε τα ευρώ
στον Δημητράκη που έφτιαξε το λάστιχο από το ποδήλατό του και μετά συνέχισε να
περπατάει με το ραβδί του.
Τότε εμφανίστηκε ο
αντίπαλος Διονύσης που ήταν κακός και έκλεβε ποδήλατα. Επιπροσθέτως, αφού τα
έκλεβε, τα έκοβε με το πριόνι και τα πετούσε στα σκουπίδια για πάντα. Ο
Διονύσης ήταν τρομαχτικός, είχε ένα βλέμμα που σκότωνε μόλις σε κοιτούσε και
ακόμη ένα φοβερό όπλο, ένα μαγικό ραβδί που ότι ακουμπούσε το χαλούσε!
Όταν συναντήθηκαν,
άρχισαν να μονομαχούν με τα μαγικά τους ραβδιά. Ο Διονύσης έριξε πάνω στον
Γρηγόρη, ένα δέντρο τριανταφυλλιά, αλλά ο Γρηγόρης ακούμπησε τον κορμό της με
το ραβδί του και τότε τα αγκάθια του τριανταφυλλοδεντρου πέταξαν στον ουρανό
και γίνανε πυροτεχνήματα! Οι γραμμές από τα πυροτεχνήματα έφτιαξαν μια φυλακή
και έκλεισαν μέσα τον Διονύση τον ποδηλατοκλέφτη.
Ο Γρηγόρης
δεκατεσσάρων γύρισε στην Καβάλα και έφτιαξε το άγαλμα της νίκης. Οι γονείς του
δεν τον γνώρισαν γιατί όσο έλειπε, ο Γρηγόρης είχε μεγαλώσει 4 χρόνια. Επίσης στο
σπίτι βρήκε ένα καινούριο αδερφάκι. Το αδελφάκι όμως ήταν ένας ψεύτικος ήρωας,
που όταν γινόταν μεσάνυχτα, έκλεβε τον μισθό του μπαμπά του από την τσέπη. Ο
Γρηγόρης τον έπιασε μια μέρα που σηκώθηκε για να πιεί νερό το βράδυ και το είπε
στην μαμά του.
Η μαμά του Γρηγόρη, η
Νεφέλη, μάλωσε το σατανικό ψεύτικο αδελφάκι με την άγρια φωνή της και τον
έκλεισε στο κλουβί από πυροτεχνήματα μαζί με τον Διονύση. Τους έβαλε να γράψουν
τιμωρία 750 φορές «Δεν θα ξανακλέψω ποτέ¨».
Ο Γρηγόρης χαρούμενος
έκανε μια βόλτα και τότε είδε ένα όμορφο ανθοπωλείο που το είχε η Τασία. Η Τασία
είχε ευγενική ψυχή και ο Γρηγόρης την αγάπησε πολύ. Παντρεύτηκαν και μετά τον
γάμο έγινε μεγάλο γλέντι. Ο Διονύσης και το σατανικό Αδελφάκι ήταν καλεσμένοι
για τι μόλις τελείωσαν την τιμωρία τους είχαν γίνει καλοί!
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου