Ένα ακόμη παραμύθι που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του Σεμιναρίου στο Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης. Ο Θοδωρής Ίντας είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος νέος παραμυθάς, τόσο στη γραφή, όσο και στην αφήγηση. Ένα μικρό δείγμα της δουλειάς του:
Ίντας Θεόδωρος
Μια φορά και έναν καιρό ήταν η Λίνα και ο Λάκης. Δύο αδέρφια αγαπημένα που τους άρεσε πάρα
πολύ να παίζουν παιχνίδια στο δάσος.
Μια
μέρα και ενώ παίζανε κρυφτό στο δάσος
και ο Λάκης τα φύλαγε, η Λίνα σκαρφάλωσε πάνω σε ένα δέντρο με την ελπίδα να
μην την ανακαλύψει ο αδερφός της.
Ο Λάκης , καθώς έψαχνε να βρει την αδερφή του, την είδε από
μακριά να στέκεται πάνω σε ένα κλαδί ενός δέντρου και κάτω από αυτό να βρίσκονται
τρεις λύκοι οι οποίοι ήταν έτοιμοι να την κατασπαράξουν μόλις εκείνη κατέβαινε
από το δέντρο.
Ο Λάκης τρόμαξε πολύ με αυτό που είδε και έτρεξε να ζητήσει
βοήθεια. Εκείνη φοβόταν πάρα πολύ. Και τότε της μίλησαν το δέντρο και ο ήλιος.
Το δέντρο της είπε: «Μη φοβάσαι! Θα σε κρατάω γερά για όσο χρειαστεί και δεν θα
πέσεις!».
Και με τη σειρά του ο ήλιος
της είπε: «Μη φοβάσαι! Θα σε φωτίζω μέχρι να γλυτώσεις και δεν θα σκοτεινιάσει
όση ώρα και αν περάσει!».
Ο Λάκης έφτασε στο σπίτι ενός κυνηγού και του ζήτησε
βοήθεια. Όμως ο κυνηγός αδιαφόρησε:
«Άσε μας παιδάκι μου! Να πάω τώρα εγώ να
βοηθήσω την αδερφή σου και να με φάνε οι λύκοι; Είναι και τρεις παναθεμά τους!
Να ήταν ένας το συζητάγαμε.».
Τότε ο Λάκης έφυγε από το σπίτι του κυνηγού
και πήγε σε ένα κοντινό σπίτι που ζούσε
μια μάγισσα. Η απάντησή της δεν διέφερε πολύ από αυτήν του κυνηγού:
«Για
τρελούς ψάχνεις; Εγώ τη θέλω τη ζωή μου. Να πας να βρεις αλλού κορόιδα!».
Έτσι
έφυγε απογοητευμένος ο Λάκης και έψαχνε να βρει μήπως υπάρχει κάποιος άλλος που
μπορεί να τον βοηθήσει. Έφτασε στο σπίτι ενός γέροντα αλλά σκέφτηκε:
«Σε τι θα
μπορούσε να με βοηθήσει αυτό το γεροντάκι; Εδώ δεν με βοήθησαν άλλοι και άλλοι!
Μήπως να μην του χτυπήσω την πόρτα;», αλλά επειδή η αδερφούλα του βρισκόταν σε
κίνδυνο του χτύπησε την πόρτα.
«Γέροντα! Η αδερφή μου κινδυνεύει! Βρίσκεται
πάνω στο κλαδί ενός δέντρου και από κάτω την περιμένουν τρεις λύκοι για να την
φάνε! Μπορείς να με βοηθήσεις να την σώσουμε;».
«Και βέβαια μπορώ! Δώσε μου
μόνο ένα λεπτό να ντυθώ, να πάρω τη λύρα μου και φύγαμε».
Έτσι και έγινε. Από
την ώρα που φύγανε από το σπίτι μέχρι και να φτάσουνε στο δέντρο ο γέροντας
έπαιζε τη λύρα του χωρίς σταματημό.
«Μα τι κάνεις εκεί γέροντα;» τον ρώτησε ο
Λάκης.
«Περίμενε και θα δεις» του απάντησε.
Και μόλις φτάσανε προς μεγάλη
έκπληξη είδαν τη Λίνα να βρίσκεται πάνω στο δέντρο, αλλά κάτω από αυτό δεν
υπήρχε ούτε ένας λύκος.
Τότε κατάλαβε ο Λάκης ότι η μουσική έχει μεγαλύτερη
δύναμη και από τα όπλα και από τις μαγείες. Έτσι λοιπόν η αδερφή του σώθηκε και
τα δύο παιδιά ευχαρίστησαν τον γέροντα που τα βοήθησε αλλά και τον δέντρο και
τον ήλιο για την συντροφιά που χάρισαν στη Λίνα. Και έτσι επέστρεψαν και τα δύο
παιδιά στο σπίτι τους ανακουφισμένα. Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου