Η Κατερίνα ήταν ξαδέρφη μου και τα τελευταία χρόνια συζητήσαμε πολλές φορές για διάφορα θέματα, βρεθήκαμε σε κοινές εκδηλώσεις, μας μίλησε για τη Βυζαντινή Αθήνα σε περιπάτους στην Πλάκα, φωτίζοντάς μας πραγματικά άγνωστες πτυχές.
Αγωνίστηκε με πάθος για τις αρχαιότητες της Θεσσαλονίκης,
Χαρακτηριστική η επιστολή της στην Εφημερίδα των Συντακτών:
Αρχαιότητες Θεσσαλονίκης
Κατερίνα Καραπλή*
Αγαπητέ κ. Βουλέλη, στα όσα πολύ σωστά
αναφέρθηκαν στο εκτενέστατο πεντασέλιδο της 31/10/2020, το αφιερωμένο στο
φλέγον θέμα των βυζαντινών ευρημάτων της Θεσσαλονίκης, επιτρέψτε μου να
παραθέσω και τη συγκλονιστική αφήγηση του αυτόπτη μάρτυρα, ιερωμένου Ιωάννη
Καμινιάτη (κεφ. 35) για την άλωση της πόλης από τους Αραβες του εξωμότη Λέοντος
Τριπολίτη, το 904.
Οταν οι επιτιθέμενοι πραγματοποίησαν έφοδο και
εισήλθαν στην πόλη, οι κάτοικοι βγήκαν στους δρόμους, μη ξέροντας πού να
στραφούν και πού να τρέξουν για να σωθούν (κεφ. 35 §5): «ἦν γάρ ἰδεῖν τότε τοὺς
ἀνθρώπους ὡς ἀκυβέρνητα σκάφη τῆδε κακεῖσε περιφερομένους, ἐλεεινὸν θέαμα, ἂνδρας,
γυναῖκας, νήπια, ἀλλήλοις συμπίπτοντας, ἀλλήλων ἐκκρεμαμένους, ἀσπαζομένους τὸν
οίκτιστον ἐκεῖνον καὶ τελευταῖον ἀσπασμόν». (Νομίζω ότι το κείμενο είναι
κατανοητό).
Ο λόγος, ακριβώς για τους δρόμους αυτούς, που
κάποιοι, για άγνωστους λόγους, θέλουν (με παιδαριώδεις δικαιολογίες) να
καταστρέψουν για να κατασκευάσουν έναν μη απαραίτητο (στο σημείο αυτό) σταθμό
του μετρό. Νομίζω, ότι μαζί με τα απτά ευρήματα θα πρέπει να προβάλλεται και ο
ανθρώπινος παράγων που τα «ζωντανεύει», εφόσον έχουμε την τύχη να σώζεται το
κείμενο του Καμινιάτη.
Και κάτι άλλο: Το «έγκλημα» που επαπειλείται
στη Θεσσαλονίκη δεν πρέπει να εξισώνεται με τα διαπραττόμενα -οδυνηρά βεβαίως-
στην Τουρκία (Αγία Σοφία, Μονή της Χώρας). Οι αρχαιότητες της Θεσσαλονίκης βρίσκονται
μέσα στην ελληνική επικράτεια και επομένως η οποιαδήποτε κακομεταχείρισή τους ή
υποβάθμιση της σημασίας τους έχει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα.
Τέλος, επειδή προβάλλεται συνέχεια το οικονομικό σκέλος, δεν βλέπουν άραγε (ή δεν θέλουν να δουν) το οικονομικό όφελος (το εθνικό, για τη χώρα, και όχι για ορισμένους) που θα προκύψει, και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, από την κατά χώραν διατήρηση; Δεν χρειάζεται πτυχίο πανεπιστημίου για να καταλάβει κάποιος τα αυτονόητα.
*αναπληρ. καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας ΕΚΠΑ
Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο φύλλο της
«Εφ.Συν.» τη Δευτέρα 09/11/2020.
Ἡ Ἀθήνα καί οἱ «σκοτεινοί αἰῶνες»
Περίληψη
Στόχος τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ εἶναι νά φωτίσει λίγο τήν ἱστορία τῆς Ἀθήνας κατά τούς λεγόμενους «σκοτεινούς αἰῶνες» (μέσα Ζ΄ - μέσα Θ΄ αἰ.) τοῦ Βυζαντίου.
Ναί μέν οἱ ἱστοριογραφικές πηγές εἶναι ἐλάχιστες, ὑπάρχουν ὅμως ἄλλες κατηγορίες γραπτῶν πηγῶν, καθώς καί ἀρχαιολογικά εὑρήματα, ὅλο καί περισσότερα, πού μᾶς δείχνουν ὅτι ἡ πόλη ἦταν βέβαια περιφερειακή, καθόλου ὅμως περιθωριακή καί ἀσήμαντη, ὅπως πολλοί τήν ἔχουν αδίκως χαρακτηρίσει. Τονίζεται ἡ στρατηγική γεωγραφική θέση τῆς Ἀθήνας ἐπάνω στούς χερσαίους καί θαλάσσιους, στρατιωτικούς καί ἐμπορικούς δρόμους, πού συνέδεαν ὄχι μόνο τόν ἑλλαδικό χῶρο, ἀλλά καί τήν Ἰταλία καί Σικελία μέ τήν Κωνσταντινούπολη.
Γίνεται ἐκτενής ἀναφορά στήν αὐτοκράτειρα Εἰρήνη τήν Ἀθηναία καί τήν οἰκογένειά της καί, κατ’ ἐπέκταση, στήν ἰσχυρή τοπική ἀριστοκρατία τῆς Ἀθήνας. Ἐπίσης στήν πιθανή ἀθηναϊκή καταγωγή τοῦ Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβέ. Χαράγματα τοῦ Παρθενῶνος, ἄλλες ἐπιγραφές, σφραγῖδες ἀξιωματούχων κ.ἄ. συνηγοροῦν ὑπέρ τοῦ ὅτι ἡ Ἀθήνα –τοὐλάχιστον γιά κάποιο διάστημα– ὑπήρξε ἕδρα τοῦ στρατηγοῦ τοῦ Θέματος Ἑλλάδος.
Ὡς πρός τή μορφολογία τῆς πόλης δέν γνωρίζουμε πολλά, δεδομένου ὅτι βρίσκεται ἀπό τήν ἀρχαιότητα στήν ἴδια θέση καί δέν σταμάτησε ποτέ νά κατοικεῖται. Ἐπιπλέον, τό κῦμα ἀρχαιολατρίας πού ἐπικράτησε μετά τήν ἑλληνική ἐπανάσταση καί τή σύσταση τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, ὁδήγησε στήν ἀλόγιστη καταστροφή μεγάλου μέρους τῆς βυζαντινῆς πόλης (ἐκκλησιῶν, ἄλλων κτισμάτων καί ὁλόκληρων συνοικιῶν).
Ἡ Ἀθήνα δέν ἔπαψε ποτέ νά θεωρεῖται κέντρο τῆς παιδείας καί τῶν γραμμάτων σέ ἀνατολή καί δύση. Ἅγιοι καί κληρικοί τῆς δυτικῆς –καί ὄχι μόνο– ἐκκλησίας φέρονται νά ἔχουν γεννηθεῖ ἤ νά ἔχουν σπουδάσει στήν Ἀθήνα (ὅπως π.χ. ἡ, ὑπαρκτή ἤ ὄχι, πάπισσα Ἰωάννα), ἐνῶ ἄλλοι ἔρχονταν γιά προσκύνημα στήν Παναγία Ἀθηνιώτισσα (Παρθενῶνα).
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὑπῆρχαν Ἀθηναῖοι εὔποροι, πού μποροῦσαν νά στέλνουν τά παιδιά τους γιά σπουδές σέ τόπους μακρινούς (Κωνσταντινούπολη, Ἀλεξάνδρεια).
Ἀνάλογες πληροφορίες μᾶς δίνουν καί ἀραβικές πηγές. Τέλος, ἡ αἴγλη τῆς Ἀθήνας προβάλλεται καί μέσῳ τῆς διπλωματίας, μέ ὁρισμένα δῶρα αὐτοκρατόρων πρός ξένους ἡγεμόνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου