Ο Τζίμης
του Σωκράτη Τυροκομάκη
Ο Τζίμης ήταν ένα αγόρι σε ένα κόσμο ασπρόμαυρο, δηλαδή τα πάντα ήταν άσπρα η μαύρα. Μια μέρα λοιπόν ο Τζίμης πήγαινε στο σπίτι του μετά από μια μεγάλη μέρα σχολείου. Όταν ξαφνικά πέφτει κάτι από τον ουρανό και πέφτει λίγα μέτρα μακριά από τον Τζίμη, μην έχοντας ξαναδεί κάτι να πέφτει από τον ουρανό πήγε να το εξερευνήσει. Όταν έφτασε είδε μερικές ομπρέλες, αλλά δεν ήταν άσπρες η μαύρες, ήταν από κάτι χρώματα που δεν είχε ξαναδεί. Ήταν απίστευτο, δεν περίμενε να δει κάτι που δεν ήταν ασπρόμαυρο στην ζωή του. Έχοντας ανακαλύψει κάτι καινούργιο πήγε γρήγορα να αφήσει την τσάντα του πρίν ξανάρθει. Πήρε τίς ομπρέλες και πήγε στο δημαρχείο της πόλης "Μάσπρο". Όταν έφτασε ζήτησε να μιλήσει στον δήμαρχο αλλά δεν τον άφησαν να μπει, ήξερε ότι έπρεπε να βρει έναν άλλο τρόπο μέσα. Πρώτα προσπάθεισε να σκαρφαλώσει τον τύχω αλλά ήταν πολύ λείος για να μπορέσει, μετά προσπάθεισε να εκσφεντονίσει τον εαυτό του στο παράθυρο μέσο ενός δέντρου, κατάφερε να εκσφεντονίστει αλλά πήγε λίγο πολύ ψηλά και πέρασε πάνω από το κτίριο, μετά σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει καμουφλάζ για να μπει, γι'αυτό πήρε μερικά λευκά φύλλα και μπήκε κάτω από αυτά, μετά κατάφερε να περάσει την ασφάλεια χωρίς να τον δουν γιατί το πάτωμα ήταν άσπρο. Στη συνέχεια πήγε κατευθείαν στον δήμαρχο, όταν μπήκε μέσα είδε ένα ολόμαυρο δωμάτιο με μια λευκή φιγούρα στο βάθος, ήταν ο δήμαρχος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου