Ο θησαυρός της Κεφάλου
Ήταν 7 Ιουλίου 2023. Επιτέλους φτάσαμε στη Κέφαλο. Στο πιο μικρό κι απομακρυσμένο χωριό της Κω αλλά συνάμα και το πιο όμορφο , γαλαζοπράσινο ,παραδεισένιο μέρος του Αιγαίου. Ταξιδεύαμε 16ώρες με το blue star. Περάσαμε από Πάτμο, Κάλυμνο ,Λέρο ώσπου αντικρίσαμε το μεγάλο λιμάνι της Κω με το επιβλητικό κάστρο της , γνωστό και ως κάστρο της νεραντζιάς! Κατασκευάστηκε από τους Ιωαννίτες τον 14ο αιώνα. Είχαμε ξεκινήσει από Πειραιά, η μαμά, ο αδερφός μου , εγώ και η γιαγιά Μαρία. Για να περάσουν οι ώρες του ταξιδιού, μάθαμε την γιαγιά να λύνει Sudoku, να παίζει Uno, κάπως έτσι γελώντας και ακούγοντας ιστορίες της γιαγιάς κατεβήκαμε απ’ το πλοίο και πήραμε το δρόμο προς το χωριό!
Με οδηγό τη μαμά και συνοδηγό τη γιαγιά, εγώ με τον αδερφό μου έπρεπε ν αντέξουμε κάθε στάση τους για νερό, τυρόπιτα, για μια φωτογραφία. Μία ώρα αργότερα είδαμε την αυλή του σπιτιού μας. Ένα μικρό σπιτάκι πολλών χρόνων ,να στέκει μπροστά στον κόλπο της Κεφάλου πλάι στο σπιτάκι της γιαγιάς μου , ανάμεσα σε μοντέρνα μαγαζιά που φιλοξενούν ξένους τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο. Που προδίδουν τον τρόπο ζωής των ντόπιων άλλοτε.
Τρέξαμε με τον αδερφό μου να τακτοποιήσουμε τις βαλίτσες μας. Κάτι που μας διασκέδαζε ήταν ότι έπρεπε σε αυτό το σπίτι ν ανακαλύπτουμε άλλους τρόπους για να καλύπτουμε τις ανάγκες μας. Δεν υπάρχουν όσα έχουμε συνηθίσει στην Πόλη. Τα ρούχα μας τα βολεύουμε σε μπαουλάκι. Πολυταξιδεμένο κι αυτό για να πάρει τη θέση του δίπλα μας. Τα κρεβάτια μας είναι στον κρίατο. Υπερυψωμένος λιθόχτιστος χώρος του σπιτιού. Κάτω απ’ το παραθυράκι με τα μπλε ξύλινα παραθυρόφυλλα.
Βγήκαμε στον μικρό κήπο με τη ψηλή συκιά που λες και έχει κατεβάσει επίτηδες τα κλαδιά της για να σκαρφαλώνουμε κάθε πρωί και να μαζεύουμε τα σύκα της που είναι και το πρωινό μας ή απλά για να συζητάμε μακριά απ’ τα βλέμματα! Τα ξαδέρφια μας ήταν είδη εκεί ! Μας περίμεναν με μαγιό και ποδήλατα. Εννιά είμαστε όλοι μαζί. Ο Ζαχαρίας, ο Μιχάλης, ο μεσαίος Ζαχαρίας, εγώ , η Κατερίνα, ο Μάριος, ο Ζαχαρίνιο (ο αδερφός μου), η Ευαγγελία και τέλος η μικρή Σταματούλα! Εγώ είμαι ο τέταρτος σε ηλικία. Έχω λίγο μεγαλύτερη ευθύνη. Μα εκεί σ αυτό το μαγικό μέρος οι ηλικίες σβήνουν, ξεχνιούνται!
Οι διακοπές είχαν αρχίσει. Βουτιές στα βαθιά κρυστάλλινα νερά της Κεφάλου. Τρέξιμο στις κατηφόρες του χωριού με σαγιονάρες στα πόδια και σκυλάκια να μας κυνηγάνε! Παγωτά απ’ το τουριστικό μαγαζάκι, με τρία ψυγεία να μην ξέρεις τι να διαλέξεις, της παραλίας να λιώνουν στα χέρια μας απ’ το ζεστό ήλιο. Μέχρι να έρθει το απόγευμα και να τρέξουμε να φάμε τα μοναδικά ντολμαδάκια της γιαγιάς! Να τρώμε με τα χέρια και να ακούμε ξέγνοιαστοι τα παραμύθια του τόπου.
Ώσπου μια μέρα μάθαμε ότι υπήρχε στο σπίτι της προγιαγιάς μας μία παλαιά ξύλινη εικόνα της Παναγίας που όταν η γιαγιά μας στεκόταν κοντά της, την άκουγε να χτυπάει. Τακ τακ …. Έλεγε η γιαγιά μας και αναπολούσε…. Χάθηκε μας είπε η γιαγιά στεναχωρημένη. Κάποιος την άρπαξε όταν έφυγε απ’ τη ζωή η προγιαγιά μου. Καθώς δεν μας άρεσε να ξέρουμε πως η γιαγιά μας είναι λυπημένη. Η ανάγκη της ήταν να ξαναδεί αυτή την εικόνα και όχι τόσο να είναι μέσα στο σπίτι της. Αποφασίσαμε εμείς τα ξαδέρφια να δράσουμε με την ελπίδα να κάνουμε χαρούμενη τη γιαγιά. Είχαμε μόνο δύο μήνες καιρό να βρούμε μία εικόνα αιώνων. Λέγαμε διάφορες ιδέες. Ξέραμε ότι την πήρε ανθρώπινο χέρι ,μα δεν θα ήταν σοφό αυτός που την πήρε να την είχε αφήσει μέσα στο σπίτι του. Έπειτα δεν ήταν δυνατόν να επισκεφτούμε όλα τα σπίτια του χωριού. Επίσης υπήρχε η πιθανότητα να έχει απομακρυνθεί απ’ το νησί μας για σιγουριά ή γιατί πουλήθηκε για το κέρδος. Οπότε σκεφτήκαμε ν αρχίσουμε κάνοντας επισκέψεις στα εξωκλήσια του νησιού!
Κουβαλώντας τα σακίδιά μας στους ώμους με νερά και ότι πιστεύαμε ότι θα μας φανεί χρήσιμο, μετρούσαμε χιλιόμετρα ποδαρόδρομους… δεν υπάρχουν λεωφορεία της γραμμής, ούτε μπορούσαμε να παίρνουμε παντού τα ποδήλατά μας. Δεν απελπιζόμασταν, γύρω απ’ τους λόφους που περπατούσαμε , υπήρχαν μικροί κολπίσκοι που μπορούσαμε να δροσιστούμε.
Μέσα στα χωράφια που διασχίζαμε για να κόψουμε δρόμο, υπήρχαν ατζούρια και καρπουζάκια και πεπόνια και σταφύλια που μπορούσαν να μας δώσουν δύναμη! Φτάσαμε στο λόφο με τους ανεμόμυλους, που παράγουν αιολική ενέργεια στο χωριό για να μετατραπεί σε ηλεκτρική, εκεί είδαμε το εκκλησάκι του προφήτη Ηλία! Πρόσφατα ανεγερμένο εκκλησάκι, δεν υπήρχαν πιθανότητες να είναι εκεί. Αλλαγή σχεδίου, την επόμενη ημέρα αρχίσαμε με τα πιο παλαιά μοναστήρια του χωριού.
Περάσαμε απ’ την παναγία Στηλωτή, τον Άγιο Θεολόγο, την Αγία Μαρίνα, τον Άγιο Μάμμα στην άκρη της ψηλότερης κορυφής του χωριού με απέραντη θέα το γαλάζιο. Να ακούς μόνο τις μηχανές απ’ τα ψαροκάικα που πέρναγαν πέρα μακριά στον ορίζοντα. Μέχρι που ένα απόγευμα βρεθήκαμε και στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου! Ψηλά στο βουνό . Πολλές ώρες περπάτημα . Ήπιαμε νερό από πηγή που ανάβλυζε μέσα απ’ το βράχο. Κρυφτήκαμε μέσα στην κουφάλα του πλάτανου που στέκεται αγέρωχος εκεί πολλά χρόνια , χειμώνα και καλοκαίρι σε κρύο και αέρα και βροχή! Περιμέναμε να αποχωρήσουν κάποιοι τουρίστες που είχαν φτάσει εκεί να δουν την ιστορία του τόπου μας!
Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν κατεβήκαμε απ’ το δέντρο. Το μοναστήρι ήταν πολύ μικρό με πολλά διαφορετικά δωματιάκια . Μοιραστήκαμε για να ψάξουμε πιο γρήγορα. Μας πίεζε λίγο η νύχτα που έτρεχε να πάρει τη θέση της μέρας. Ευτυχώς ήμασταν πολλά αγόρια ,μπορούσαμε να μπούμε στο ιερό να ψάξουμε. Εκεί λοιπόν βρέθηκαν μερικές παλαιές εικόνες της παναγίας .
Τις συγκεντρώσαμε όλες για να τις εξετάσουμε. Μας πλησίασε η κυρία που φύλαγε το μοναστήρι, "τί κάνετε εκεί? Πού πάτε τις εικόνες του μοναστηριού? Θα θυμώσει ο Άγιος". Τότε αναγκαστήκαμε να πούμε την ιστορία της γιαγιάς μας. Την γνώριζε η κυρία. Πώς μπορείτε όμως να ξέρετε ποια είναι η εικόνα της γιαγιάς σας μας ρώτησε. Είχαμε ένα σημάδι. Μας είχε ενημέρωση η γιαγιά πως πίσω απ’ το εικόνισμα , ραμμένο πάνω σ ένα πανί , υπήρχε το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας μας!. Αυτός που πήρε το εικόνισμα, δεν το γνώριζε. Έτσι έμενε μόνο να παρατηρήσουμε ποιο εικόνισμα είχε ένα πανί που μπορούσαμε λίγο να το ξεράψουμε και να δούμε! Δεν αργήσαμε να το ανακαλύψουμε. Επιτέλους κρατούσαμε με μεγάλο καμάρι ένα κειμήλιο της οικογένειάς μας. Ήταν πολύ όμορφο , απέπνεε μία αίσθηση γαλήνης. Φθαρμένο μα τόσο φωτεινό. Το τυλίξαμε στα ρούχα μας και τρέξαμε να φύγουμε , να φτάσουμε γρήγορα στη γιαγιά μας! Η Κυρία όμως , μας σταμάτησε και μας πήρε με το αυτοκινητάκι της να μας συνοδέψει στο σπίτι και να επιβεβαιώσει το κατόρθωμά μας στους δικούς μας.
Η γιαγιά ήταν πλέον χαρούμενη και το εικόνισμα πήρε περίοπτη θέση μέσα στο σπίτι. Τη θέση που έπρεπε να έχει πάντα.
Οι δύο μήνες κύλησαν γρήγορα και έφτασε η ώρα του γυρισμού. Σίγουρα η γιαγιά θα έχει νέες ιστορίες να μας πει την επόμενη φορά που θα συναντηθούμε στο μακρινό νησί μας.
Στυλιανός Φανούριος Ξυνόγαλος.