Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

Συνέντευξη τύπου: Κατάσταση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη Έναρξη της Ετήσιας Έκθεσης για την Πλατφόρμα για την ασφάλεια των Δημοσιογράφων 2024

 


Συνέντευξη τύπου:

Κατάσταση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη
Έναρξη της Ετήσιας Έκθεσης για την Πλατφόρμα για την ασφάλεια των Δημοσιογράφων 2024

Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

10:00 π.μ. EET/9:00 π.μ. CET

Διεθνές Εκθεσιακό & Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης (Εγνατίας 154) και διαδικτυακά


Στις 5 Μαρτίου, η Πλατφόρμα για την προώθηση της προστασίας της δημοσιογραφίας και της ασφάλειας των δημοσιογράφων του Συμβουλίου της Ευρώπης θα δημοσιεύσει την ετήσια έκθεσή της για το 2024 με τίτλο «Ελευθερία του Τύπου στην Ευρώπη: Ώρα να ανατρέψουμε την παλίρροια».

Η έκθεση αξιολογεί τις κύριες απειλές για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη (κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και Ρωσία και Λευκορωσία) με βάση τις προειδοποιήσεις που δημοσίευσαν το 2023 οι 15 ΜΚΟ για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και ενώσεις δημοσιογράφων που είναι εταίροι της πλατφόρμας.

Οι συνεργαζόμενοι οργανισμοί θα παρουσιάσουν την έκθεση σε συνέντευξη Τύπου στο Διεθνές Εκθεσιακό & Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης. Η παρουσίαση του ρεπορτάζ θα υποστηριχθεί από τις προσωπικές μαρτυρίες των δημοσιογράφων Irina Dolinina (IStories), Arianne Lavrilleux (Disclose), Szabolcs Panyi (VSquare, Direct36) και Τάσος Τέλογλου (Inside Story).


Η συνέντευξη Τύπου θα πραγματοποιηθεί στα αγγλικά.

Για να συμμετάσχετε αυτοπροσώπως, μπορείτε να επισκεφθείτε το Διεθνές Εκθεσιακό & Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης (TIECC), Εγνατίας 154, Θεσσαλονίκη.

Για να συμμετάσχετε ηλεκτρονικά, μπορείτε να εγγραφείτε σε αυτόν τον σύνδεσμο Η συνέντευξη Τύπου θα μεταδοθεί ζωντανά στον ιστότοπο της πλατφόρμας.


Μετά τη συνέντευξη Τύπου θα ακολουθήσει η στρογγυλή τράπεζα «Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα - Δρόμοι προς τα εμπρός και προτάσεις», που διοργανώνουν η Πλατφόρμα για την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Ένωση Δημοσιογράφων Μακεδονίας και Θράκης και η Συμβίωση-Σχολή Πολιτικών Σπουδών στην Ελλάδα, μέλος του Δικτύου Σχολών Πολιτικών Σπουδών του Συμβουλίου της Ευρώπης (1.00 μ.μ.-2.30 μ.μ. ΕΕΤ).

Μπορείτε να δείτε το πρόγραμμα της στρογγυλής τράπεζας ΕΔΩ.
Πρόσθετες πληροφορίες και σύνδεσμος για τη ζωντανή ροή ΕΔΩ.


 

Ο Ζαμπαντής και το "Βραχιόλι του Ουρανού": Με έμπνευση από τους Κατασκόπους της Γεωγραφίας

 Αν και είναι συνέχεια από την προηγούμενη ιστορία, ωστόσο η έμπνευση ήρθε από τη σειρά "Οι κατάσκοποι της Γεωγραφίας" (εκδόσεις Διόπτρα).

Ο ήρωάς μας, με οδηγό τα 6 βιβλία ταξίδεψε από χώρα σε χώρα για να βρει το περίφημο "Βραχιόλι του Ουρανού"



Από το εργαστήριο της "Παραμυθοκουζίνας" στο 1ο Δημοτικό του Παπάγου  

Ο Ζαμπαντής και το "Βραχιόλι του Ουρανού"

Δεν είχε περάσει ούτε μια βδομάδα από τότε που συνελήφθη ο Ηλεκτρόνιος, και ο Ζαμπαντής ακόμη κουβέντιαζε για αυτόν με τη Μηλίτσα. Εκείνο το πρωί, του ήρθε ένα μήνυμα από  τον ξάδερφό του τον Χαρούτο, ο οποίος ήταν σαμουράι στην Ιαπωνία. Του είπε πως ένας γιαπωνέζικος θρύλος αποδείχθηκε αληθινός, για ένα βραχιόλι ονόματι «βραχιόλι του ουρανού», το οποίο όποιος αποκτούσε θα γινόταν αθάνατος και θα έμενε για πάντα νέος. Αυτό άρχισε να αναζητείται από τότε που αποκαλύφθηκε το πρώτο στοιχείο, ένα οριγκάμι σε σχήμα λουλουδιού. Ο Χαρούτο αναγνώριζε την ικανότητα του Ζαμπαντή να εξιχνιάζει μυστήρια και να βρίσκει κρυμμένους θησαυρούς, οπότε έσπευσε να ζητήσει τη βοήθειά του.

Αρχικά, έπρεπε να τον επισκεφθεί. Ετοίμασε λοιπόν τις βαλίτσες του και έφυγε αμέσως για τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Εκεί βρήκε και το περίφημο οριγκάμι σε σχήμα λουλουδιού που πολλοί επισκέπτες παρατηρούσαν με θαυμασμό. Κοντοστάθηκε για λίγο. Ήταν σίγουρος πως κάπου το είχε ξαναδεί... Θυμάμαι είχα δει ένα τέτοιο γκράφιτι σε ένα κτήριο στο Μανχάταν, σκέφτηκε. Αλλά μπορεί να είναι και απλώς μια σύμπτωση. Κάτι όμως μέσα στο μυαλό του του ψιθύριζε ότι δεν ήταν απλή σύμπτωση. Οπότε αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και να ταξιδέψει ως την Αμερική με την ελπίδα να εντοπίσει ένα δεύτερο στοιχείο.

…Και το εντόπισε. Βρισκόταν δίπλα σε μια αφίσα με εικόνες νυχτερίδων. Μα το Χάλοουιν έχει περάσει, αναρωτήθηκε. Προτού προλάβει να την πάρει στα χέρια του, μια γάτα την άρπαξε κι άφησε μια γρατζουνιά, η οποία αποκάλυψε ένα σχέδιο πίσω από τα μαύρα, τρομακτικά φτερά των νυχτερίδων. Ο Ζαμπαντής το έξυσε προσεκτικά και από πίσω ξεπρόβαλε μια διεύθυνση: Πύργος του Δράκουλα, Ρουμανία. Κι ύστερα κάποιες συντεταγμένες...

Στη Ρουμανία ήταν αρκετά εύκολο να βρεις τον επόμενο προορισμό, καθώς στο περβάζι ενός μισοκρυμμένου παραθύρου υπήρχε ένας μικροσκοπικός χάρτης, ο οποίος είχε σημαδεμένη όλη την πορεία από το κάστρο του Δράκουλα ως τη Νορβηγία, και συγκεκριμένα στο Χάμερφεστ. Το κρύο εκεί ήταν διαπεραστικό και τις περισσότερες ώρες της μέρας η πόλη ήταν βυθισμένη σε πυκνό σκοτάδι. Ο Ζαμπαντής δεν μπορούσε να βρει στοιχεία και άρχισε να πιστεύει πως ο χάρτης δεν είχε τον σκοπό να υποδείξει το επόμενο στοιχείο. Μέχρι που θυμήθηκε πως εκεί κοντά βρισκόταν ο Πορτολάνος. Αυτός σίγουρα θα ήξερε! Όταν του εξήγησε πως είχε χαθεί και τον ρώτησε εάν γνώριζε τίποτα για το βραχιόλι του ουρανού, εκείνος του απάντησε με ένα φιλοσοφικό και αινιγματικό ύφος: «Επισκέψου την πόλη στην οποία γεννήθηκε ο Πολέριο.»

Ο Ζαμπαντής κατανόησε αμέσως τον γρίφο. Του ήταν γνώριμος ο Ιταλός που κάποτε ήταν γκραντ-μετρ στο σκάκι, το οποίο συμπτωματικά ο Ζαμπαντής λάτρευε. Έφυγε αστραπιαία για την Ιταλία, και συγκεκριμένα για το Λαντσιάνο. Όπως και στη Ρουμανία, αποφάσισε να εξερευνήσει πρώτα το μυστηριώδες κάστρο της περιοχής. Παρά το γεγονός ότι αμυδρά μονάχα θυμόταν την περιοχή από παλιό του ταξίδι, δεν άργησε να το εντοπίσει. Καθώς βάδιζε αργά, παρατήρησε στο μονοπάτι που ακολουθούσε ανάμεσα σε δύο τεράστιες πέτρες ένα χάρτη σε περγαμηνή. Έτρεξε για να την πάρει, ώσπου άξαφνα ξεπρόβαλλε ένας γεμάτος περιέργεια τουρίστας που την είχε εντοπίσει πρώτος, και πρόλαβε να την αρπάξει. Ο Ζαμπαντής πλησίασε και τον είδε να απομακρύνεται με τον χάρτη στα χέρια. Δεν είχε άλλη επιλογή: τον ακολούθησε τρέχοντας. Ο κύριος του έριξε μια φανερά ενοχλημένη ματιά και δίπλωσε πρόχειρα τον ξεθωριασμένο χάρτη. Για καλή τύχη του Ζαμπαντή, ο δυνατός άνεμος τον ευνόησε: ένα δυνατό ρεύμα αέρα παρέσυρε και μετέφερε την περγαμηνή στα χέρια του. Την περιεργάστηκε προσεκτικά. Επόμενη στάση λοιπόν, ήταν το Παρίσι.

Όταν έφτασε στην Πόλη του Φωτός δεν ήταν σίγουρος από πού να ξεκινήσει την αναζήτηση. Ξεκίνησε απ’ τον πύργο του Άιφελ, αλλά προς μεγάλη του απογοήτευση, δεν υπήρχε ίχνος από το θρυλικό βραχιόλι. Συνέχισε στο Μουσείο του Λούβρου, παρόλο που υποψιαζόταν πως αν υπήρχε εκεί, θα ήταν ήδη γνωστό σε χιλιάδες κόσμο. Καθώς υπήρχε μια τεράστια ουρά από κόσμο για να εισέλθει από την Αψίδα του Θριάμβου, αποφάσισε να εισέλθει γρηγορότερα από το Caroussel. Δεν άργησε να φτάσει στο κέντρο, εκεί που φάνηκε το άλλο μισό της γυάλινης πυραμίδας. Κι εκεί που συναντιόταν με το πάτωμα, κάτι φάνηκε να γυαλίζει…

Πρόσκληση σε αφηγήσεις παραμυθιών από το Σωματείο Επαγγελματιών Αφήγησης Ιστόρησης: "Της ζωής τα ευτράπελα"



 Έχουμε την χαρά να σας προσκαλέσουμε στην πρώτη εκδήλωση στήριξης, οικονομικής ενίσχυσης και συνάντησης για το 2024 που διοργανώνει το Σωματείο Επαγγελματιών Αφήγησης Ιστόρησης (ΣΕΠΑΦΙ), για τους μικρούς και μεγάλους φίλους των παραμυθιών και των αφηγήσεων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. 

Η αφήγηση είναι μια μορφή ανθρώπινης επαφής που οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των αιώνων, οι ιστορίες θρέφουν τον νου και την ψυχή όλων μας, απλώνονται παντού. Η αφήγηση είναι μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης. 

Υπάρχουν ανάμεσα μας, εκείνες κι εκείνοι που την υπηρετούν με προσήλωση κι ανάγκη να ζουν και να εργάζονται μέσα στην τέχνη αυτή, σε έναν κόσμο που δοκιμάζεται κι αγωνίζεται με κάθε τρόπο. 

Το ΣΕΠΑΦΙ στηρίζει τις προσπάθειες των εργαζομένων-επαγγελματιών της αφηγηματικής τέχνης, προκειμένου να αναγνωρίσει η Πολιτεία τα εργασιακά δικαιώματά τους, να αναγνωριστεί συλλογικά η σπουδαιότητα της αφηγηματικής τέχνης από επίσημους φορείς και να αξιοποιηθεί, με αναγνωρισμένα εργασιακά δικαιώματα, η παρουσία της Αφηγήτριας και του Αφηγητή, σε χώρους που αφορούν τον Πολιτισμό, την Παιδεία, την Υγεία, κ.α., όπως συμβαίνει σε συνανθρώπους μας, εργαζόμενους στο πεδίο των Γραμμάτων, των Τεχνών, των Ανθρωπιστικών Επιστημών. 

Το Σωματείο μας τιμώντας την πλούσια Λαϊκή Προφορική Παράδοση του τόπου μας, διοργανώνει αυτή την εκδήλωση για την παραμυθία των λαϊκών ιστοριών, με την ευτράπελη διάθεσή τους, σε μια αποκριάτικη περίοδο που δύσκολα έχει το γλέντι και το ξεφάντωμα σαν άλλοτε. Άλλαξαν πολλά στο πέρασμα των χρόνων, μα η ανθρώπινη ψυχή, για τους ίδιους λόγους γελάει και κλαίει, την ίδια ανάγκη έχει για παρηγοριά. Σας περιμένουμε λοιπόν, για να σας αφηγηθούμε... 

"ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΑ ΕΥΤΡΑΠΕΛΑ!" σε δύο χώρους που μας τιμά η φιλοξενία τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη: 

Στην Αθήνα στο Θέατρο Της Κούκλας (Ψαρουδάκη 34) Την Κυριακή 3 Μαρτίου, ώρα 18:00-21:00 

Με την ευγενική υποστήριξη των μελών μας στις αφηγήσεις: 

Αγγελική Αγαλιανού 

Μαρία Βραχιονίδου 

Δημήτρης Μάλλης 

Καλλιρρόη Μουλά 

Νάγια Οικονοπούλου 

Δημήτρης Προύσαλης 

Σπύρος Τσίρος 

Ελεάνα Χατζάκη (και έκτακτες συμμετοχές) 


Στη Θεσσαλονίκη στο Σάρωθρον Cafe Bar (Κατούνη 17) Την Κυριακή 3 Μαρτίου ώρα 19:00 - 21:00 

Με την ευγενική υποστήριξη των μελών μας, στις αφηγήσεις: 

Ελένη Μπασδάρα 

Αντωνία Μπατσαλή 

Στέλλα Τσατσαρώνη 

Στέλλα Τσίνγκου




Περίπατος: Η Πλάκα στην Επανάσταση του '21 -Κυριακή 24 Μαρτίου

 


Την Κυριακή 24 Μαρτίου στις 12.00 το πρωί, το Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης και το Greek Cultural Institute οργανώνουν έναν περίπατο για όλη την οικογένεια με αφορμή την επέτειο της Επανάστασης του 1821.

Ταξιδεύουμε πίσω στον χρόνο αναζητώντας τα ίχνη γεγονότων και ανθρώπων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον Επαναστατικό Αγώνα.

-Πού υψώθηκε για πρώτη φορά η σημαία της Επανάστασης;

-Ποια εκκλησία συνδέεται με τον Αθανάσιο Διάκο;

-Τί πραγματικά συνέβη στον Οδυσσέα Ανδρούτσο;

-Πού βρίσκεται η καμπάνα που σήμανε την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς;

-Πού γεννήθηκε ο φιλελληνισμός του Λόρδου Βύρωνα;

-Ποιο ήταν το σπίτι του Καδή;

-Πώς περιγράφουν οι ξένοι περιηγητές το ξέσπασμα της Επανάστασης στην Αθήνα;

Συνοδός μας σε αυτό το ταξίδι ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Κώστας Στοφόρος

Λοιπές πληροφορίες:

Σημείο συνάντησης: Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης, Αγίας Φιλοθέης 17 Πλάκα

Δείτε το σημείο στο google maps https://goo.gl/maps/B5NeakdufPv65maS8

Διάρκεια Ξενάγησης: 1,5 ώρα

Κόστος ξενάγησης: 12 €/άτομο
Φοιτητές, Κάτοχοι κάρτας ανεργίας: 10€ /άτομο
Παιδιά έως 15 ετών: 8 €/άτομο (με τη συνοδεία ενηλίκου)

Πληροφορίες: 2103250341 info@ekedisy.gr

Απαραίτητη η συμπλήρωση της φόρμας συμμετοχής εδώ

Για την εξασφάλιση της θέσης σας απαραίτητη είναι η προπληρωμή
H ξενάγηση απευθύνεται σε ενήλικες και παιδιά από 12 ετών και άνω

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Με έμπνευση από ...φάμπερ Νο 2

 Συνεχίζοντας το εργαστήριό μας "Ο κόσμος της Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου τα παιδιά δημιουργούν, γράφουν κείμενα και σκέφτονται ενδιαφέρουσες ιστορίες όπως αυτές που ΄"γέννησε" το μολύβι Φάμπερ Νο2...

Έλενα Νακοπούλου


Ελένη Φιλίππου 




Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024

Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε; (6ο μέρος)

    Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.

Διαβάστε εδώ την πρώτη κι εδώ τη δεύτερη ιστορία

Κι εδώ την τρίτη ιστορία

Η τέταρτη ιστορία -και η πέμπτη ιστορία

Και μια νέα ιστορία από τη Γεωργία Φιλίππου (με έμπνευση κι από την ιστορία της Μαριαλένας Πορίχη





Ο Ζαμπαντής και το ηλεκτρικό εργαστήριο

 Από το εργαστήριο της "Παραμυθοκουζίνας" στο 1ο Δημοτικό Παπάγου



Ο Ζαμπαντής και το ηλεκτρικό εργαστήριο  

            Η πόλη βρισκόταν σε τεράστια σύγχυση τον τελευταίο καιρό, μετά από ένα Blackout που είχε ξεκινήσει λίγες μέρες πριν και διαρκούσε ακόμη. Ακόμη και οι πιο βασικές εργασίες της καθημερινότητας ήταν πολύπλοκες. Παππούδες και γιαγιάδες το παραδέχθηκαν: Η τεχνολογία και ο ηλεκτρισμός τώρα πια ήταν αναγκαία. Πολλοί πίστευαν πως αυτό προκλήθηκε από μια τεράστια καταιγίδα, στην οποία έπεσαν πολλαπλοί κεραυνοί. Και αυτές οι υποψίες ευχαριστούσαν τον υπαίτιο του Blackout

Στο μεταξύ, στο εργαστήρι, ο Ηλεκτρόνιος και οι συνεργάτες του ήταν πανικόβλητοι! Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν θα επανερχόταν, εκτός και αν τοποθετούνταν ένας επταψήφιος συνδυασμός, ο οποίος ήταν σχεδόν αδύνατον να βρεθεί! Ο Ρεύμας πρότεινε να ανακοινωθεί πως θα ελέγξουν τις κολόνες και τα καλώδια από τις οποίες περνάει ρεύμα και σε συνεργασία με την αστυνομία, θα βρουν τον ένοχο.

Ακούγοντάς τους, ο κόσμος ένιωθε ασφάλεια κι ανακούφιση. Παρόλο που είχε εκδηλωθεί ήδη μεγάλη προθυμία για βοήθεια, ο Ζαμπαντής αποφάσισε να ερευνήσει και ο ίδιος το θέμα. Έμαθε πως ηλεκτρονικά περιστέρια ήταν υπό κατασκευή, χωρίς όμως να μάθει ποιος ήταν ο δημιουργός τους. Αφού δεν βρήκε άλλες περαιτέρω πληροφορίες, αποφάσισε το βράδυ να παρακολουθήσει ο ίδιος το ηλεκτρικό εργαστήριο, που βρισκόταν κοντά στην γειτονιά του.

Έτσι κι έγινε. Με το που νύχτωσε, στάθηκε στο μπαλκόνι του και κοιτούσε το εργαστήρι από ψηλά, όσο φαινόταν πίσω από τα ψηλά κάγκελα. Κατόπιν, κατέβηκε τα σκαλιά και βρέθηκε έξω. Περίπου μια ώρα αργότερα, ο Ζαμπαντής ετοιμάστηκε να επιστρέψει, μέχρι που εμφανίστηκε μια φιγούρα ντυμένη στα μαύρα να περνάει απ’ έξω και να κοιτάζει προσεκτικά γύρω του. Ο Ζαμπαντής κρύφτηκε πίσω από έναν θάμνο, όσο η φιγούρα με ένα ξύλο παραβίασε την κλειδαρότρυπα και εισήλθε στο εργαστήρι, κρατώντας διάφορα εργαλεία. Ο Ζαμπαντής δεν άντεχε άλλο και πετάχτηκε:

-          Σταμάτα αυτό που κάνεις, αλλιώς θα φωνάξω την αστυνομία!

Η φιγούρα γύρισε απότομα και τον κοίταξε. Του έμοιαζε γνώριμη.

-          Γεια σου Ζαμπαντή, παλιόφιλε! τον χαιρέτησε χαμογελαστά και λίγο αμήχανα. Ξέρεις, είμαι μέλος τώρα στο εργαστήρι, και μετά τη σύγχυση… ε… έχασα τα κλειδιά μου για κει… Και παρόλο που είναι βράδυ, έχω σημαντικές υποχρεώσεις που δεν μπορώ να εξηγήσω. Σε παρακαλώ όμως, μην τους το πεις.

-          Γνωρίζεις τίποτα για το Blackout; τον ρώτησε.

-          Όχι, όχι, όχι! Δεν είμαι υπεύθυνος για αυτό, απάντησε τρομαγμένος. Όχι, όχι, όχι! Δε γνωρίζω τίποτα, φώναξε  

 

Ο Ζαμπαντής επέστρεψε στο σπίτι του περήφανος, και παρά το γεγονός ότι ήταν αργά το βράδυ, δεν είχε όρεξη να κοιμηθεί. Προσπαθούσε να θυμηθεί ποιος ήταν αυτός ο παλιός φίλος του και πού τον είχε γνωρίσει. Ανακάλεσε στο μυαλό του τις αναμνήσεις από τότε. Ήταν παλιός του συμμαθητής, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί το ονοματεπώνυμό του. Λίγη ώρα αργότερα αποκοιμήθηκε.

Την επόμενη μέρα ξύπνησε με τα νέα πως θα γινόταν έλεγχος από ηλεκτρολόγους και αστυνομικούς στα σπίτια της γειτονιάς του Ζαμπαντή, συμπεριλαμβανόμενου και του ίδιου. Ύστερα, θα περνούσαν τους υπόπτους σε ανάκριση. Εκείνος περιέγραψε την νυχτερινή του περιπέτεια στη Μηλίτσα και η ίδια του απάντησε πως πρέπει να ενημερώσει την αστυνομία για αυτό. Δεν πέρασε αρκετή ώρα και ακούστηκαν χτύποι στην πόρτα. Με το που άνοιξε την πόρτα, ξεκίνησε ο έλεγχος. Το ζευγάρι κάθισε στο δωμάτιό τους, μέχρι που ακούστηκε μια δυνατή φωνή.

-          Κύριε Ζαμπαντή! Βρήκαμε αυτό το εργαλείο που θα μπορούσε κάλλιστα να κόψει το ρεύμα. Θα περάσετε στο τμήμα για ανάκριση.

-          Μα, πώς συνέβη αυτό; ρώτησε ο Ζαμπαντής πανικοβλημένος.

Λίγα λεπτά αργότερα, μαζί με δύο αστυνομικούς και τη Μηλίτσα βρέθηκε στο αστυνομικό τμήμα. Τους εξήγησε πως την μέρα και ώρα του Blackout η Μηλίτσα είχε πάει στο κομμωτήριο και ο ίδιος τη συνόδευσε και πως γνώρισε τον ένοχο, αλλά δεν θυμόταν το όνομά του.. Αφού οι αστυνόμοι δεν πείστηκαν από το άλλοθί του, καθώς ανακάλυψαν πως ο Ζαμπαντής δεν είχε πάει μαζί της, τον οδήγησαν στο εργαστήριο και του ζήτησαν να βάλει τον επταψήφιο συνδυασμό για να επανέλθει το ρεύμα. Εκεί βρισκόταν και ο Ηλεκτρόνιος.

-          Θα πρέπει να λείψω για λίγο. Όταν επιστρέψω, το ρεύμα θα έχει επανέλθει. Αλλιώς, δε θα αποφύγετε το δικαστήριο.

Αυτά είπε ο ένας αστυνομικός και πέρασε έξω να μιλήσει στον συνάδελφό του. Στο μεταξύ, ο Ηλεκτρόνιος απευθύνθηκε στον Ζαμπαντή.

-          Το γνωρίζω πως είσαι αθώος, Ζαμπαντή, όπως σε λένε τελοσπάντων.

-          Μα πώς; ρώτησε προβληματισμένος

-          Δεν το μάντεψες; Τα ηλεκτρονικά περιστέρια με τις κάμερες; Δικιά μου κατασκευή ήταν.

Ο Ζαμπαντής παρέμεινε σιωπηλός. Σήκωσε μόνο λίγο το κινητό του

-          Εγώ ήμουν αυτός ο οποίος βρισκόταν πίσω απ’ το Blackout. Δεν είναι και δύσκολο να παριστάνεις τον πανικόβλητο, να ζητήσεις ενισχύσεις, να τοποθετήσεις το εργαλείο σε μπουφάν άλλων και να βάλεις κάποιο μέλος να κάνει τον δήθεν ύποπτο. Δεν θα μπορείς όμως να βρεις τον συνδυασμό και θα βρεθείς δυστυχώς στη φυλακή. Τίποτα δεν θα σε σώσει τώρα.

-          Μόνο που… Ξέχασες κάτι πολύ σημαντικό, απάντησε χαμογελώντας ο Ζαμπαντής. Από τότε που ανέφερες τα ηλεκτρονικά περιστέρια ξεκίνησα να ηχογραφώ. Και τα περιέγραψες όλα με τέτοια ακρίβεια… Εσύ θα βρεθείς στη φυλακή!

 

 

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε; (5ο μέρος)

   Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.

Διαβάστε εδώ την πρώτη κι εδώ τη δεύτερη ιστορία

Κι εδώ την τρίτη ιστορία

Και η τέταρτη ιστορία


Και η Ελένη Φιλίππου:




Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε; (4ο μέρος)

   Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.

Διαβάστε εδώ την πρώτη κι εδώ τη δεύτερη ιστορία

Κι εδώ την τρίτη ιστορία


Ακολουθεί η ιστορία της Γεωργίας Φιλίππου




,,,και μια ακόμη Κλαψωδία




 Αφού διαβάσαμε τα σχετικά αποσπάσματα από το βιβλίο "Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο" στο πλαίσιο του εργαστηρίου μας "Ο κόσμος της Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, κι αφού η Κατερίνα Θεοφανοπούλου -εκ των πλέον σημαντικών δημιουργών κούκλας και ειδικών κατασκευών μας μίλησε για τη διαδικασία κατασκευής κουκλών για το κουκλοθέατρο. https://www.facebook.com/personaimaginata  , είπαμε κι εμείς να φτιάξουμε μερικές "Κλαψωδίες", όπως τις είχε ονομάσει η μεγάλη μας συγγραφέας.

Από τον Σωκράτη Τυροκομάκη

Ο Οδυσσέας ξύπνησε. Δεν ήξερε που ήταν αλλά αυτό που ήξερε ήταν το ότι ένα κοντό πράσινο πλάσματακι με μια κρεατοελιά στη μύτη ήταν από πάνω. Τη στιγμή που το κατανόησε ο Οδυσσέας έσπρωξε το πλάσμα και είπε.

-Τι είσαι, που είμαι και πως βρέθηκα εδώ.
Το πλάσματακι απάντησε
-Εγώ Γκλιμπο λέγομαι, Γκομπλιν ένα είμαι, είσαι που δεν ξέρω είσαι.
-Γκλιμπιε εσύ πως είσαι εδώ και δεν ξέρεις που είσαι?
-Γκλιμπο ξέρει πάντα, αλλά Γκλιμπο πολλά χρόνια εδώ είναι δεν.
Εκείνη την στιγμή είδαν μερικούς ανθρώπους να έρχονται και ο Γκλιμπο είπε.
-Γκλιμπο πρέπει να φύγει τώρα, επιστρέψω θα κάνω στιγμή σημαντική.
Εκείνη την στιγμή ο Γκλιμπο εξαφανίστηκε και εκεί που ήταν εμφανίστηκε ένα χρυσό κέρμα.
Μετά από πολύ καιρό όταν ο Οδυσσέας ήταν στην Ιθάκη και προσπαθούσε να σκεφτεί τρόπο να μπει στο κάστρο άκουσε μια φωνή από τον ουρανό που του θύμιζε κάτι 
-Γκλιμπο προτείνει μεταμφίεση πρέπει .
Και ο Οδυσσέας ακολούθησε την συμβουλή και όλοι ξέρουν τι έγινε μετά.

Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε; (3ο μέρος)

  Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.

Διαβάστε εδώ την πρώτη κι εδώ τη δεύτερη ιστορία



 Κι η ιστορία της Ηλιοδώρας Πορίχη

            ΚΡΥΨΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

 

Είναι  Σεπτέμβριος του 4056 στο Παρίσι και τα βιβλία αρχίζουν να λιγοστεύουν. Φωτιές παντού. Το να καίνε βιβλία έχει καταντήσει επάγγελμα. Πρέπει να παραδώσουμε τα βιβλία ή θα μας κάψουν μαζί τους.

-Τι θα κάνουμε; Η φωτιά αρχίζει να εξαπλώνεται. Αύριο θα φτάσει στο σπίτι! Είπε η αδερφή μου.

-Έκλεισα εισιτήρια. Φεύγουμε αύριο για Ρώμη στις 4 το πρωί. Εκεί θα αρχίσουμε μια καινούρια ζωή. Όμως… θα πάρω ένα ρίσκο…

-Οχ όχι! Ξέρω τι θέλεις να πεις! Δεν πρόκειται να πάρεις κάποιο βιβλίο μαζί σου! Τέλος!

-Θα πάρω μαζί μου το βιβλίο<< Ένα παιδί από το πουθενά>> της Άλκης Ζέη.

-Ρισκάρεις τη ζωή σου δεν το καταλαβαίνεις;

Δεν της απάντησα και έτρεξα να βρω το βιβλίο. Την επόμενη μέρα έκρυψα το βιβλίο κάτω από το παλτό μου. Φτάναμε στο αεροδρόμιο και ξαφνικά ένας κύριος φώναξε <<ΒΙΒΛΙΟ! ΕΧΕΙ ΒΙΒΛΙΟ!>> ένας αστυνομικός άρχισε να μας κυνηγά, όμως μπήκαμε γρήγορα και μας έχασε. Μπήκαμε στο αεροπλάνο και αρχίσαμε τον δρόμο μας για μια καινούρια ζωή.

Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε; (Συνέχεια)

 Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.

Διαβάστε εδώ την προηγούμενη ιστορία



«ΤΟ 2149... Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ΠΑΤΗΣΕ ΤΗ ΣΚΑΝΔΑΛΗ»

από τη Μαριαλένα Πορίχη

Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξανατρέξει τόσο γρήγορα. Άκουγα τις εκκωφαντικές σειρήνες και της ψυχρές μηχανικές φωνές να πλησιάζουν επικίνδυνα. Ένιωθα τον ψυχρό αέρα να μου καίει τα πνευμόνια, τα πόδια μου να γλιστράνε στους πλημμυρισμένους δρόμους από την βροχή, αλλά όσες φορές και να έπεσα, σηκώθηκα, χωρίς να βγάλω το χέρι μου από το παλτό μου, και έτρεξα γρηγορότερα. Κρατούσα σφιχτά το πολύτιμο αντικείμενο, δεν μπορούσα να το αφήσω στα χέρια τους γιατί τότε τίποτα δεν θα μας έσωζε. Με την άκρη του ματιού μου παρατήρησα ένα μικρό στενό, δεν δύστασα. Έστριψα απότομα και χώθηκα ανάμεσα. Σφράγισα το στόμα μου με το χέρι μου, να μην ακούγονται οι βαριές ανάσες μου και αγκάλιασα με το άλλο μου χέρι το αντικείμενο, σφιχτά στην καρδιά μου που έτρεχε τρακόσια χιλιόμετρα την ώρα. Δεν είχα περιθώρια να αποτύχω στην αποστολή, αυτό το αντικείμενο, αυτός ο πολιτιστικός θησαυρός,  ήταν πολύ σημαντικότερος από τη ζωή μου και σε αυτή την εποχή, η ζωή ενός ανθρώπου έχει μεγάλη σημασία. Δεν είχα την «πολυτέλεια» να αποτύχω.

Μια στιγμή σιγής επικράτησε. Από μέσα μου, πρώτη φορά στη ζωή μου προσευχήθηκα στον Θεό. Δεν πίστευα στον Θεό. Δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρχει Θεός που αφήνει τους ανθρώπους του να υποφέρουν. Να ζουν σε αυτόν τον μάταιο και άδικο, άδικο κόσμο. Αλλά άν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να υπάρχει Θεός, μόνο σε μια τέτοια στιγμή απόγνωσης θα μπορούσα να τον επικαλεστώ. «Γι’ αυτό, Θεέ μου, σε ικετεύω, αν υπάρχεις, μην τους αφήσεις να με βρουν. Η τελευταία ελπίδα της ανθρωπότητας βρίσκεται στα χέρια μου, σε εκλιπαρώ, μην μας τη στερήσεις.». Έκλεισα τα ματια μου σφιχτά και κράτησα την αναπνοή μου. Έτρεμα και ίδρωνα και- βζιιιιιμμμμμμμμμ! Με πέρασαν! Έβγαλα προσεχτικά το κεφάλι μου και έριξα μια ματιά. Με είχαν περάσει! Σε μια στιγμή έπεσα στα γόνατά μου. Δεν είχα πάρει είδηση πόσο πολύ έτρεμαν. Έκλαψα και γέλασα αθόρυβα από ευτυχία. Τα κατάφερα! Τα κατάφερα! Ευχαρίστησα από μέσα μου τον Θεό, που ίσως να υπήρχε τελικά και έτρεξα στο βάθος του στενού. Έκατσα στο έδαφος και το ψηλάφισα. Μόνο οι ενταγμένοι στην «συμμαχία της ελευθερίας» γνώριζαν την ύπαρξη αυτού του μέρους. Ένιωσα τα δάχτυλά μου να έρχονται σε επαφή με κάτι τραχύ, το έπιασα στα χέρια μου και μετά έψαξα την τρύπα. Μόλις την βρήκα τοποθέτησα με προσοχή το καμουφλαρισμένο κλειδί στην εσοχή και έκανα λίγα βήματα πίσω. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα ένα ολόγραμμα εμφανίστηκε με έναν άντρα που το πρόσωπό του έκρυβε μια κουκούλα. «Το 2149...», είπε η φωνή περιμένοντας να συνεχίσω τη φράση, «η ανθρωπότητα πάτησε τη σκανδάλη», είπα και ένα εκτυφλωτικό φως εμφανίστηκε, μαζί  με την πλατφόρμα που σηκώθηκε από το έδαφος. Χωρίς καμιά σκέψη, πήδηξα μέσα.

Με το που μπήκα μέσα, βγήκα σε έναν μακρύ διάδρομο. Από τότε που έγινε οι απαγόρευση της κυκλοφορίας και σιγά σιγά ξεκίνησαν οι διώξεις, το αρχηγείο άλλαξε θέση και έγινε υπόγειο. Δικτυώνεται σε όλη την χώρα και από κάθε στενό και σκοτεινό δρομάκι υπάρχει πρόσβαση. Έτρεξα γρήγορα στα κεντρικά και με το που άνοιξα την πόρτα έπεσα πάνω σε κάποιον. «Φώτη! Φώτη τα κατάφερες; Το επανέκτησες;», ρώτησε η Μαριάννα με την ελπίδα ζωγραφισμένη στα μάτια της. Έβγαλα προσεχτικά το πακέτο από το παλτό μου και της το έδειξα. Το πήρε με τρεμάμενα χέρια και άνοιξε αργά το περιτύλιγμα. Μόλις τα μάτια της έπεσαν πάνω του, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό της. Τσίριξε από χαρά, με πήρε από το χέρι και έτρεξε στο κεντρικό δωμάτιο. Κλότσησε την πόρτα και το τράβηξε μέσα. Όλων το βλέμμα ήταν πάνω τους και η Μαριάννα σήκωσε το πακέτο στον αέρα θριαμβευτικά. «Το ανακτήσαμε! Ο Φώτης τα κατάφερε! Το πήραμε το βιβλίο!». Όλο το δωμάτιο γέμισε φωνές ενθουσιασμού, γέλια και κλάματα! Ένας ένας έπιαναν το βιβλίο να το νιώσουν στα χέρια τους, να βεβαιωθούν ότι δεν είναι όνειρο αυτό. Ένιωθα τόσο συναισθηματικά φορτισμένος. Καταφέραμε να αποκτήσουμε δεύτερο βιβλίο τον ίδιο μήνα! Αν συνεχίσουμε έτσι ίσως να καταφέρουμε να αφήσουμε κάτι για τις μελλοντικές γεννιές.

Ένιωσα κάποιο χέρι να μπαίνει δειλά δειλά μέσα στην χούφτα μου και να τυλίγει τα δάχτυλά του στα δικά μου. Κοίταξα δίπλα μου την Μαριάννα, με δάκρυα στα μάτια της και ένα μεγάλο χαμόγελο. «Κοίτα Φώτη. Αυτό δεν είναι όνειρο. Αυτό συμβαίνει στα αλήθεια. Και εσύ ευθύνεσαι για αυτό. Κοίτα καλά Φώτη.». Κοίταξα μπροστά μου, όντως κάτι τέτοιο συνέβαινε μόνο στα όνειρά μας. Και τότε μου έσφιξε το χέρι. Όταν όμως πρόσεξα το πρόσωπό της δεν χαμογελούσε πλέον, αλλά είχε σοβαρέψει. «Πότε καταλήξαμε έτσι; Πότε ξεκίνησε αυτό το κακό;». Αλήθεια πότε ήτανε. Όλα ξεκίνησαν από πολύ παλιά...

Το 2040 όλη η Γη γιόρταζε. Δημιουργήθηκε το πρώτο ρομποτ, όχι απλή τεχνητή νοημοσύνη, αλλά κάτι πολύ παραπάνω. Είχε ενσυναίσθηση. Ένιωθε, μάθαινε, προσπαθούσε, πετύχαινε. Ήταν ακριβώς σαν άνθρωπος, αλλά καλύτερο, βελτιωμένο. Σιγά σιγά ξεκίνησε παραγωγή και τα ρομποτ έγιναν κομμάτι της καθημερινότητας των ανθρώπων, μέχρι που 100 χρόνια αργότερα τα ρομπότ συναντιόνταν παντού. Ήταν δάσκαλοι και αστυνομικοί, δικαστές και στρατιωτικοί, λογιστές και μηχανικοί, μάγειρες και επαγγελματίες οδηγοί. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχαναν τις δουλειές τους και όλο και μεγαλύτερη γινόταν η απληστία που πλέον μπορούσαν να νιώθουν τα ρομποτ. Ο κόσμος ξεκίνησε να το συνειδητοποιεί, αλλά μέχρι οι κυβερνήσεις να αποφασίσουν να κάνουν κάτι για το θέμα και να σταματήσουν τις παραγωγές, υπήρχαν εκατομμύρια ρομποτ στον κόσμο, που μόλις έμαθαν ότι οι άνθρωποι μηχανεύονται εναντίων τους, αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Το 2149 έμεινε τραγική ημερομηνία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Στις 26 Οκτωβρίου του 2149, όλες οι χώρες σταμάτησαν να παράγουν ρομποτ και ξεκίνησε η γενοκτονία. Όχι η γενοκτονία των ρομποτ. Η γενοκτονία των ανθρώπων. Τα ρομποτ είχαν στα χέρια τους ό,τι πόρους χρειάζονταν για να μας συνθλίψουν και το έκαναν. Τα ρομποτ κατάφεραν να σκοτώσουν 6,5 εκατομμύρια ανθρώπους, από τους 10 εκατομμύρια που υπήρχαν τότε, «για παραδειγματισμό».

Τα επόμενα χρόνια ήταν δύσκολα. Οι άνθρωποι δεν είχαν καμία εξουσία και κανένα δικαίωμα. Έγιναν σκλάβοι στα ρομποτ. Η «γενιά 49», όπως ονομάστηκαν τα 3,5 εκατομμύρια των ανθρώπων που απέμειναν έζησαν σε απαίσιες συνθήκες. Ήταν εξαναγκασμένοι να παράγουν κι άλλα ρομπότ, ενώ οι ιδιοφυίες της εποχής αναγκαζόντουσαν να βρίσκουν τρόπους να εφεύρουν όλο και περισσότερα «βέλτιστα ρομπότ». Όσοι δεν συνεργάζονταν, έβρισκαν φριχτό θάνατο. Σύντομα ακολούθησαν οι κατασχέσεις, η απαγόρευση κυκλοφορίας και ακόμη συντομότερα οι διωγμοί. Οι κατασχέσεις των ρομποτ ήταν το σχέδιό τους για να σκοτώσουν τον πνευματικό κόσμο των ανθρώπων και να βεβαιωθούν ότι η νοημοσύνη τους θα μειωθεί όσο περισσότερο γίνεται. Κατάσχεσαν οτιδήποτε είχε σχέση με τον πολιτισμό των ανθρώπων, όπως τα βιβλία. Στον κόσμο σε ειδικές αποθήκες υπάρχουν πλέον από ένα αντίτυπο κάθε βιβλίου που τυπώθηκε ποτέ. Όλα τα άλλα καταστράφηκαν. Τα εναπομείναντα βιβλία, βρίσκονται καλά φυλαγμένα για τη μελέτη, αντιγραφή και επεξεργασία τους από τα ρομπότ, που αναζητούν τη συνεχή εξέλιξη. Και αφού αυτή η διαδικασία τελειώσει, θα τα καταστρέψουν και αυτά.

Πλέον σε όλους τους δρόμους γίνονται περιπολίες ρομπότ Β κλάσης που καταδιώκουν όποιον άνθρωπο βλέπουν. Τα ρομποτ χωρίζονται σε 3 κλάσεις, Α κυβερνητικά ρομποτ, Β στρατιωτικά ρομποτ, Γ ρομποτ γενικής χρήσης. Οι ανθρωπότητα έχει βρεθεί σε αδιέξοδο και το μέλλον φαντάζει μαύρο και άραχνο. Αλλά εδώ μπαίνουμε εμείς. Η «Συμμαχία της ελευθερίας» είναι οι άνθρωποι κάθε χώρας που επιβίωσαν τους διωγμούς και κρύβονται σε υπόγειες εγκαταστάσεις. Εμείς φτιάχνουμε οικογένειες για να διαφυλάξουμε το μέλλον της ανθρωπότητας και οργανώνουμε απελευθερωτικά κινήματα, είτε με εφόδους σε σημαντικά αρχηγεία, οπλοστάσια, συμβολικά μνημεία των ρομποτ κ.α., είται με επαναστάσεις, είτε με αυτή τη μικρή κίνηση που για εμάς είναι τόσο μεγάλη. Γιατί ένα μόνο βιβλίο να πάρουμε στα χέρια μας, αν το απομνημονεύσουμε όλοι, το αντιγράψουμε όσες περισσότερες φορές μπορούμε και το διαμοιράσουμε παντού, θα μείνει για πάντα. Αυτόν τον μήνα μετά από αγώνες και θανάτους, αποκτήσαμε τα πρώτα δύο βιβλία, τον μεγάλο περίπατο του Πέτρου, της Άλκη Ζέη, και το ένα παιδί μετράει τα άστρα, του Μενέλαου Λουντέμη. Γνωρίζοντας τα μηνύματα που περνάνε αυτά τα σπουδαία βιβλία, για την επανάσταση και την αγάπη για τα γράμματα, είμαστε σίγουροι ότι θα είναι πολύ χρήσιμα για το μέλλον.

Έριξα μια ματιά στα παιδιά μας. Πρώτη φορά έβλεπαν βιβλίο στη ζωή τους. Το κοίταζαν και τα τρία με περιέργεια. Οι νέες γενιές δεν είχαν ξαναδεί βιβλίο ποτέ. Δεν είχαν διαβάσει τίποτα, πέρα από τα μαθήματα των γονιών τους. Ήταν απλώς... θλιβερό. Αλλά γι’ αυτό αγωνιζόμαστε. Για να μην ξαναχρειαστεί να παρακολουθήσουμε τέτοιο γεγονός. Για να είμαστε μια μέρα όλοι πραγματικά ελεύθεροι. Και ελπίζω, αυτό το γράμμα να παρέμεινε και να πέρασε από χέρι σε χέρι και εσύ που το διαβάζεις να είσαι ελεύθερος στο μέλλον, να μην σε ελέγχει καμία μηχανή και να γνωρίζεις τι σημαίνει βιβλίο. Τότε, θα είσαι πραγματικά ελεύθερος...

Εσείς ποιο βιβλίο θα σώζατε;

Στο εργαστήριό μας "Ο κόσμος της "Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, μιλήσαμε με αφορμή το βιβλίο του Μπράντμπερι "Φαρενάιτ 451" (το Graphic Novel από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) για το κάψιμο των βιβλίων και ρωτήσαμε τα παιδιά ποιο βιβλίο θα έσωζαν απομνημονεύοντάς το και γιατί.



Ακολουθεί το υπέροχο κείμενο που έγραψε η Χριστίνα Δονούπογλου, μαθήτρια της Α Γυμνασίου





4 ιστορίες βασισμένες σε εικόνες

 Η πολυτάλαντη μαθήτριά μας στο εργαστήρι "Ο κόσμος της Άλκης Ζέη" στο Αετοπούλειο του Δήμου Χαλανδρίου, Μαριαλένα Πορίχη, με έμπνευση από εικόνες που μας παρουσίασε η Πολυτίμη Μαχαίρα, έγραψε αυτές τις υπέροχες ιστορίες.

Απολαύστε τις:

ΙΣΤΟΡΙΑ 1η



ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Πάντοτε τα βιβλία κατείχαν μια σημαντική θέση στη ζωή μου. Από μικρό παιδί η ανάγνωση ήταν κάτι μοναδικό και μαγευτικό για εμένα. Κάθε φορά που θα έπαιρνα ένα καινούριο βιβλίο θα το έπιανα προσεχτικά στα μικρά μου χεράκια και θα γύριζα μία μία τις σελίδες, αργά και μεθοδικά, να νιώσω το μοναδικό αίσθημα των λεπτών δαχτύλων μου στις ακόμη πιο λεπτές σελίδες του βιβλίου. Θα έκλεινα τα μάτια μου και θα ένιωθα τη μοναδική μυρωδιά του φρεσκοτυπωμένου βιβλίου να γαργαλάει τη μύτη μου και θα αφουγκραζόμουν προσεχτικά τον ήχο των σελίδων κάθε φορά που τις γύριζα και ερχόντουσαν σε επαφή η μία με την άλλη. Δεν ήξερα γιατί πάντοτε με μάγευε τόσο πολύ αυτή η απλή διαδικασία. Τα περισσότερα παιδιά της ηλικίας μου παίρναν τα βιβλία ατσούμπαλα στα λερωμένα από το παιχνίδι στις λάσπες χέρια τους και τα τσαλακώνανε και τα σκίζανε με την αγαρμποσύνη τους. Δεν κατανοούσαν την αξία του αντικειμένου που κρατούσαν. Για εμένα το βιβλίο ήταν το άλφα και το ωμέγα. Δεν απολάμβανα τίποτε περισσότερο από τη στιγμή που θα καθόμουν στην ήσυχη και άνετη γωνίτσα του δωματίου μου και θα διάβαζα. Γιατί αυτά τα πολύτιμα βιβλία που περνούσαν από χέρι σε χέρι άγαρμπα και επιπόλαια για μένα ήταν κάτι το μαγικό. Ήταν μια πύλη για έναν άλλο κόσμο. Μια πύλη στην οποία όταν πατούσα το πόδι μου ένιωθα ανάλαφρη, πως ό,τι βάρος βάραινε τους ώμους μου σε αυτόν τον μάταιο και αποτρόπαιο κόσμο γινόταν φτερά στην πλάτη μου, που μου χάριζαν την πολυπόθητη ελευθερία που μόνο τα πουλιά είχαν. Και από εκεί αναλάμβανε η φαντασία μου. Ό,τι τρελό μπορεί να φανταστεί ένα παιδί, καταπιεσμένο από αυτόν τον σκληρό κόσμο, κλεισμένο σε τέσσερις τοίχους ανίκανο να βγει έξω, να αποκτήσει την ελευθερία του και καταδικασμένο να μην νιώσει ποτέ το απαλό χάδι της παιδικότητας, παρά να εισαχθεί από την στιγμή που έμαθε να περπατάει στον κόσμο των ενηλίκων, μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα στον κόσμο της λογοτεχνίας. Ήταν η μόνη μου λύτρωση. Τις ημέρες στο σπίτι μου, που ήμουν αναγκασμένη να έχω αψεγάδιαστους τρόπους και συμπεριφορά, που η κάθε μου κίνηση καταγραφόταν και σχολιαζόταν, ο παράδεισός μου θα ήταν αυτός ο κόσμος που θα μπορούσα να τρέχω ξυπόλυτη σε ανθισμένα λιβάδια, να παίζω στο χώμα και να λερώνωμαι δίχως να έχω τον οποιοδήποτε να μου λέει ότι αυτή δεν είναι η συμπεριφορά μιας κυρίας, να έχω παιχνίδια και λούτρινα αρκουδάκια με τα οποία να πίνω τσάι δίχως πετσετάκι, να τρώω ό,τι ανθυγιεινό φαγητό τραβάει η όρεξή μου δίχως να προσέχω τους τρόπους μου. Και μπορώ να έχω όσους φίλους και αδέρφια και οικογένεια που να νοιάζεται πραγματικά για εμένα θέλω! Δεν χρειαζόταν να κάθομαι ολομόναχη σε ένα μονότονο δωμάτιο, με μονότονους λευκούς τοίχους και ένα μονότονο ξύλινο θρανίο και ένα μονότονο κρεβάτι με λευκά σεντόνια. Δεν χρειαζόταν να μείνω στο αναθεματισμένο δωμάτιο, που καταδικάζει την παραμικρή σταγόνα χρώματος και προκαλεί κατάθλιψη. Μπορούσα να είμαι στον πιο πολύχρωμο κόσμο με δεκάδες- όχι- εκατοντάδες φίλους που να με αγαπάνε. Αλλά το αγαπημένο μου από όλα δεν είναι αυτό που μόνο εγώ στερούμαι και δεν μπορώ να κάνω, αλλά αυτό που όλοι οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν όσο κι αν θέλουν. Η γλυκιά μελωδία της ελευθερίας τη στιγμή που βγάζω φτερά και ατενίζω τον ορίζοντα, ή τη στιγμή που βγάζω λέπια και σχίζω τη θάλασσα στα δύο. Αυτό το αίσθημα, ότι δεν υπάρχει τέλος, ότι δεν υπάρχουν όρια, ότι είμαι πραγματικά ελεύθερη είναι το πιο όμορφο συναίσθημα που νομίζω ότι έχω ζήσει στη ζωή μου. Γιατί δυστυχώς, κάποια στιγμή η ιστορία τελειώνει, κάθε βιβλίο έχει ορισμένες σελίδες, αν έχει 374 όσο κι αν θέλεις και παρακαλείς και κλαις, δεν θα γίνουν ποτέ 375. Τότε όλα σκοτεινιάζουν και η πόρτα του βιβλίου κλείνει και με πετάει στην πραγματικότητα. Στο μονότονο δωμάτιο με εμένα μέσα να κλαίω και να θρηνώ για την χαμένη ζωή που έζησα ως ο ήρωας του βιβλίου. Αν υπήρχε βιβλίο χωρίς τέλος, θα το έκρυβα βαθιά μες την καρδιά μου εκεί που κανείς δεν μπορεί να μου το κλέψει και θα ταξίδευα στον μαγευτικό κόσμο της λογοτεχνίας για όλη την αιωνιότητα. Θα έχτιζα ένα κόσμο και μια ζωή που θα διαρκούσε για πάντα, χωρίς όμως πόνο και μίσος και λίπη και πάνω από όλα, θα ήμουν ελεύθερη, πραγματικά ελεύθερη. Γιατί το βιβλίο μου χαρίζει ό,τι δεν μπορώ ποτέ να έχω στην πραγματική ζωή. Γιατί εγώ ξέρω ότι η λογοτεχνία θα με συντροφεύει σε όλη μου τη ζωή, κάθε βιβλίο μία ζωή που έζησα, ένα σκαλοπάτι για την επόμενη μοναδική και πανέμορφη ζωή μου, που δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα και όλα αυτά όσο εγώ θα βρίσκομαι στην ισόβια ψυχολογική φυλακή μου, που είμαι καταδικασμένη να βλέπω από το παράθυρο μια πολύχρωμη ελευθερία που ξέρω ότι δεν θα αποκτήσω ποτέ.

 

ΙΣΤΟΡΙΑ 2η



ΠΟΛΥΠΟΘΗΤΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο και άσχημο από την ελευθερία. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο στον κόσμο που να σου δίνει να χορτάσεις όσο ταυτόχρονα σε τρώει. Τίποτα που να σου δίνει και να σου παίρνει, τίποτα που να σε γεμίζει και να σε αδειάζει, τίποτα που να σε κάνει τόσο χαρούμενο και τόσο λυπημένο. Η ελευθερία είναι ένα δίκοπο μαχαίρι. Κάτι που όταν είσαι μικρός φαντάζεσαι τους πιο τρελούς τρόπους να το φτάσεις και να το κάνεις δικό σου και πάντοτε νομίζεις ότι φτάνεις, ενώ στ’ αλήθεια βρίσκεσαι πιο μακριά από ότι ήσουν πριν. Ελευθερία δεν είναι τίποτα παρά μια ψευδαίσθηση. Όλες οι ψευδαισθήσεις είναι όμορφες όσο διαρκούν, αλλά την στιγμή που ξυπνήσεις η απογοήτευση είναι διπλάσια από ότι αν δεν την είχες ζήσει ποτέ. Γι’ αυτό αναρωτιέμαι κάποιες φορές, αξίζει να την νιώσεις για το μοναδικό 1 λεπτό που κάθε άνθρωπος την βιώνει; Το ένα λεπτό στη ζωή σου που θα νιώσεις την καρδιά σου να γεμίζει όσο ποτέ άλλοτε, την ευτυχία να ξεχειλίζει την ψυχή σου και αφού περάσει το λεπτό, η μόνη σου σκέψη στο μυαλό είναι ποιο το νόημα της ζωής χωρίς την ελευθερία. Γιατί σε όλη μας τη ζωή έχουμε αυτή την ψεύτικη ελευθερία, αυτό που μας κάνει να νομίζουμε ότι είμαστε ελεύθεροι, ενώ στην πραγματικότητα είμαστε σκλάβοι στην ίδια την ιδέα της ελευθερίας. Είμαστε σκλάβοι, κατώτεροι, κι όσο κι αν προσπαθούμε δεν θα φτάσουμε ποτέ αυτή την ανώτερη δύναμη που μας καθοδηγεί όλους. Αυτό που θέλουμε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι το μόνο πράγμα που δεν μπορούμε να έχουμε ποτέ. Μία φορά στη ζωή σου είσαι ελεύθερος και μετά... μετά νιώθεις ότι δεν έχεις τίποτα. Μετά όλη σου η ζωή μοιάζει άδεια...ανούσια...ανώφελη. Περνάς την υπόλοιπη ζωή σου να προσπαθείς να πετύχεις το ακατόρθωτο. Από εκεί που το κυνήγι της ελευθερίας ήταν ένα παιδικό παιχνίδι, που χρησιμοποιούσαμε τη φαντασία μας για να πετάξουμε στον ουρανό με μπαλόνια και ομπρέλες, μετατράπηκε σε μία απεγνωσμένη προσπάθεια να αποκτήσουμε μία ανάγκη. Από τη στιγμή που τη ζεις σου γίνεται εθισμός, όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ. Είναι ρίσκο, ένα επίφοβο, επικίνδυνο κόλπο, όπου σαν ακροβάτες του τσίρκου, σε ένα λεπτό φαγωμένο σχοινί, προσπαθούμε να ακουμπήσουμε για έστω ένα δευτερόλεπτο το πουλί της ελευθερίας. Αλλά αν με ρωτήσεις ποτέ, αν μετάνιωσα να ζω το 1 λεπτό της ελευθερίας μου, δεν θα πάρει ούτε 1 δευτερόλεπτο να απαντήσω. ΟΧΙ. Τη στιγμή που ένιωσα τον άνεμο να χτυπάει το κουρασμένο μου κορμί, τα μάτια μου να ανοίγουν και να έρχονται αντιμέτωπα με το μοναδικό ατελείωτο τοπίο, δίχως όρια, δίχως τοίχους, το συναίσθημα που ένιωσα και που κυνηγάω όλη μου τη ζωή να ξαναζήσω ήταν η πιο όμορφη και μοναδική εμπειρία που έχω βιώσει στη ζωή μου. Και όση θλίψη μου έχει προκαλέσει ο αποχωρισμός μου από την γλυκιά ελευθερία, τίποτα δεν συγκρίνεται με το 1 λεπτό λύτρωσης, με το μοναδικό λεπτό που αυτή η άχρηστη, μικροσκοπική, ανούσια ύπαρξη ένιωσε τη σημαίνει πραγματικά ΖΩΗ. Κανείς δεν ζει πραγματικά αν δεν ξέρει τι σημαίνει ελευθερία. Κανείς...

 

ΙΣΤΟΡΙΑ 3η



ΔΥΣΒΑΣΤΑΚΤΗ Η ΜΟΝΑΞΙΑ

Πάντα ήμουν μόνος, ολομόναχος. Με θυμάμαι ως μικρό παιδί, να κάθομαι μόνος μου να κάνω κούνια κοιτώντας το έδαφος, να γλιστράω στην τσουλήθρα κοιτώντας το έδαφος, να κάνω τραμπάλα, μόνος μου, κοιτώντας το έδαφος. Μέχρι που μία ημέρα, κάποιος κάθισε απέναντί μου στην τραμπάλα και με σήκωσε ψηλά. Αυτή ήταν η πρώτη μου φορά μετά από πολύ καιρό, που αντί να κοιτάξω το έδαφος, αναγκάστηκα να κοιτάξω μπροστά μου. Εκεί καθόταν ένα αγόρι της ηλικίας μου, που αντί να έχει ένα μεγάλο Χ στο πρόσωπό του, είχε ένα μεγάλο χαμόγελο. Τότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα κάτι ζεστό στην καρδιά μου. Τότε ήταν η πρώτη φορά που έκανα έναν φίλο.

Με τον Στέλιο κάναμε τα πάντα μαζί. Σκαρφαλώναμε σε δέντρα, παίζαμε με αυτοκινητάκια, κάναμε διαγωνισμούς τρεξίματος. Δεν είχα ξανανιώσει τόσο χαρούμενος, τόσο... τόσο λιγότερο μόνος σε όλη μου τη ζωή. Και ο Στέλιος ήταν ο πρώτος που μου έμαθε να κοιτάζω μπροστά, και όχι στο πάτωμα. Ανακάλυψα έναν τελείως διαφορετικό κόσμο. Από εκεί που αναγνώριζα τους συμμαθητές μου από τα παπούτσια τους, τώρα τους αναγνώριζα από τα μαλλιά τους, γιατί τα πρόσωπά τους εξακολουθούσαν να έχουν μεγάλα κόκκινα Χ. Αλλά μία ημέρα, ο Στέλιος εξαφανίστηκε. Δεν τον έβρισκα στην πλατεία πλέον. Δεν ήταν πουθενά. Ούτε σκαρφαλωμένος σε δέντρα, ούτε κρυμμένος κάτω από τσουλήθρες, ούτε έκανε τραμπάλα. Φώναξα, έψαξα, έκλαψα. Δεν τον ξαναείδα ποτέ.

Αλλά μία ημέρα, όταν γυρνούσα από μία αποτυχημένη προσπάθεια να τον βρώ, κουτούλησα με κάποιον. Ήταν ένα κορίτσι που δεν είχε Χ στο πρόσωπό της. Συστήθηκε ως Δέσποινα και μόλις είχε μετακομίσει στην γειτονιά μου. Δεν πήγα ποτέ στο σπίτι της, αλλά συναντιόμασταν πάντοτε σε ένα παλιό δεντρόσπιτο που μου έδειξε. Η Δέσποινα ήταν ντροπαλή και γλυκιά και με βοήθησε να νιώσω καλύτερα για την απώλεια του Στέλιου. Μου έλεγε ωραίες ιστορίες για πράγματα που είχε κάνει αφού ξεπέρασε τον φόβο της για τους ανθρώπους. Μου είπε ότι έβλεπε τεράστια Χ στα πρόσωπά τους, αλλά έμαθε να τα αφαιρεί. Με βάση τη Δέσποινα, τα Χ ήταν σαν αυτοκόλλητα και ήταν πολύ απλό να τα ξεκολλήσεις. Μου είπε τον τρόπο, αλλά δεν τον δοκίμασα για να μάθω πως δουλεύει. Φοβόμουν πολύ. Και μία ημέρα όταν σκαρφάλωσα στο δεντρόσπιτο, δεν ήταν κανείς μέσα. Ούτε τις επόμενες ημέρες ήρθε κανείς.

Όταν συνειδητοποίησα επιτέλους ότι η Δέσποινα δεν επρόκειτο να γυρίσει, ένιωσα έναν κόμπο στο στομάχι μου. Μήπως τελικά έκανα εγώ κάτι λάθος; Γιατί όλοι μου οι φίλοι εξαφανίζονταν χωρίς να μου πουν τίποτα; Ήμουν τόσο κακός φίλος; Όσο τα σκεφτόμουν αυτά, κατέβαινα το δεντρόσπιτο και κάπου παραπάτησα. Μέσα σε μια στιγμή είχα πέσει κάτω και έτριβα το κεφάλι μου. Και τότε ένα αγόρι πρέπει να ήταν μικρότερο από εμένα- πόσο να ‘τανε, 10;- έτρεξε προς το μέρος μου. «Είσαι καλά; Έπεσες από το δέντρο; Γιατί ανέβηκες εκεί πάνω; Η μαμά λέει πάντα ότι είναι επικίνδυνο να ανεβαίνουμε σε ψηλά μέρη. Μπορεί να είχες χτυπήσει άσχημα. Πώς σε λένε; Με λένε Μάρκο. Θες να γίνουμε φίλοι;». Ο Μάρκος άπλωσε το χέρι του να με βοηθήσει να σηκωθώ, με το πιο λαμπρό χαμόγελο στο πρόσωπό του, αλλά εγώ δεν το πήρα. Δεν ήθελα άλλον ένα περιστατικό φίλο που να με αφήσει ξαφνικά. «Γιατί δεν πήρες το χέρι μου; Γιατί είσαι λυπημένος; Χτύπησες; Είσαι άρρωστος; Μην σκέφτεσαι άσχημα για τον εαυτό σου! Θέλω μόνο να γίνουμε φίλοι!». Και πριν προλάβω καν να απαντήσω, με έπιασε από το χέρι και ξεκίνησε να τρέχει. Στην αρχή τρόμαξα και ενοχλήθηκα από τη συμπεριφορά του. Αλλά μετά από λίγο, συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν τόσο άσχημα να τον έχω δίπλα μου. Εννοώ, είχε πλάκα και είχε περάσει και λίγος καιρός από όταν έφυγε η Δέσποινα και έμεινα μόνος μου. Οπότε ίσως να μην ήταν τόσο άσχημο να ξαναέχω έναν φίλο. Και από εκεί ξεκίνησε η φιλία μου με τον Μάρκο, που διήρκησε περισσότερο από οποιαδίποτε άλλη. Ο Μάρκος αν και λίγο παιδιάστικος, ήταν πολύ κοινωνικός και με βοήθησε να μάθω να μιλάω σε άλλους.

Μία ημέρα είχε έρθει στο σχολείο μου και με ανάγκασε να μιλήσω σε κάποιον. Συγκεκριμένα με έσπρωξε πάνω σε έναν συμμαθητή μου. Στην αρχή τρόμαξα πολύ, δεν ήξερα τι να πω και τι να κάνω και φοβήθηκα ότι το αγόρι θα ήταν επιθετικό. Αλλά αντιθέτως, με ρώτησε αν ήμουν καλά. Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα ένα περίεργο θάρρος να με ξεχειλίζει και έκανα ότι μου είχαν πει να κάνω ο Στέλιος, η Δέσποινα και ο Μάρκος. Τον κοίταξα στα μάτια, συγκέντρωσα όλη μου την καλή ενέργεια σε ένα χαμόγελο που έλιωσε το Χ στο πρόσωπό του και τον ρώτησα, «Θ-Θα ήθελες, λεω εγω μόνο αν θέλεις, ξέ-ξέρεις δεν σε αναγκάζει κανείς, αν λέω αν θές να γίνουμε φίλοι;». Περίμενα γέλιο και κοροϊδία, ίσως και χτύπημα και έσφιξα τα μάτια μου κλειστά, περιμένοντας κάτι κακό, αλλά αντιθέτως, το αγόρι χαμογέλασε και άπλωσε το χέρι του μπροστά. «Με λένε Γιάννη, εσένα;». Άνοιξα αργά τα μάτια μου και κοίταξα το πρόσωπό του. Δεν είχε πλέον Χ. Αντιθέτως είχε το πιο λαμπρό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. «Δημήτρη, με λένε Δημήτρη.».

Ο Γιάννης με πήρε από το χέρι να πάμε στην τάξη μας και ξεκίνησε να μου μιλάει. Εγώ κοίταξα πίσω να δω τον Μάρκο, αλλά δεν ήταν πουθενά. Από τότε δεν ξαναείδα ούτε τον Στέλιο, ούτε τη Δέσποινα, ούτε τον Μάρκο, ή τουλάχιστον έτσι πίστευα. Γιατί, πολύ απλά, έκανα φίλους εκείνη την ημέρα. Πραγματικούς φίλους. Γιατί ο Στέλιος, η Δέσποινα και ο Μάρκος, ήταν φανταστικοί. Ήμουν εγώ, που για να κοπιάσω με την μοναξιά μου, τους έφτιαξα για να με βοηθήσουν. Αλλά ακόμη κι όταν μεγάλωσα, ήθελα να τους συναντήσω, για άλλη μία φορά και να τους ευχαριστήσω, για το καλό που μου κάνανε. Και μία ημέρα, η ευχή μου πραγματοποιήθηκε.

Γυρνούσα από τη δουλειά, όταν είδα τρία παιδιά να περπατάνε στο πεζοδρόμιο. Τρία γνώριμα παιδιά. Στην αρχή έτριψα τα μάτια μου να βεβαιωθώ ότι έβλεπα καλά και αφού βεβαιώθηκα έτρεξα ξοπίσω τους. Αλλά τη στιγμή που φώναξα τα ονόματά τους και γύρισαν και με είδαν, ξεκίνησαν να τρέχουν. Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και τη στιγμή που σχεδόν τους έπιασα με το δάχτυλό μου, βρεθήκαμε κάπου αλλού. Ήταν μια θάλασσα. Ένιωσα πολύ μικρότερος. Όταν κοίταξα την αντανάκλασή μου, ήμουν πάλι παιδί. Και όταν κοίταξα προς τα πάνω είδα ένα μπαλόνι να πετάει στον ουρανό. Όσο ανέβαινε παρέσερνε μαζί του και μία ομπρέλα στην οποία βρισκόταν πάνω ένα μωρό και από κάτω είχε πιασμένη μία σκάλα. Για κάποιον λόγο μέσα μου, ήξερα ότι αυτό το μωρό ήταν εκείνοι. Δεν ξέρω γιατί, αλλά είχα την ανάγκη να το πιάσω. Πέταξα τον χαρτοφύλακα στο νερό και πιάστηκα από τη σκάλα. Ξεκίνησα να σκαρφαλώνω και τη στιγμή που σχεδόν ακούμπησα το παιδί, βρέθηκα να ισορροπώ πάνω σε ένα σχοινί. Στην άκρη του σχοινιού, ένα πουλί προσπαθούσε να δραπετεύσει και να φύγει, οπότε εγώ ήξερα, έπρεπε να το πιάσω. Έκανα ένα βήμα, κι άλλο ένα, κι άλλο ένα, μέχρι που ήμουν δίπλα στο πουλί. Πήγα να το πιάσω, ήμουν τόσο κοντά, αλλά ξαφνικά φύσηξε και γλίστρισα. Έπεφτα. Έπεφτα. Έπεφτα. Ένιωθα τον άνεμο να κοπανάει την πλάτη μου καθώς έπεφτα και τη στιγμή που ήμουν έτοιμος να πέσω στο έδαφος, χτύπησα πάνω σε μία τραμπάλα. Η τραμπάλα ήταν γιγάντια και με σήκωσε πάνω στα σύννεφα. Ένα γνώριμο παιδί ήταν στην άλλη άκρη, κάτω στο έδαφος. Δεν πρόφτασα να πω κουβέντα, προτού με χαιρετήσει και η τραμπάλα εξαφανιστεί, αφήνοντάς με πάνω σε ένα σύννεφο. Κάτω από τα πόδια μου φύτρωσε ένα δέντρο και ξαφνικά βρέθηκα μέσα σε ένα σπιτάκι. Ένα κορίτσι ήταν μέσα, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της, έπιασε τις άκρες των χιλιών μου με τα μικρά της δάχτυλα και τις σήκωσε ψηλά, σχηματίζοντας ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου. «Χαίρομαι που έμαθες να χαμογελάς!». Και με αυτά τα λόγια έπεσα πάλι από τον ουρανό μόνο για να με πιάσει πριν χτυπήσω το έδαφος ένα μικρόσωμο αγοράκι με ένα κουτσοδόντικο χαμόγελο. «Αυτή τη φορά σε έπιασα πριν πέσεις Δημήτρη! Δεν σου είπα να μην ανεβαίνεις σε ψηλά μέρη;». Εκείνη την ώρα ένιωσα τα μάτια μου να βουρκώνουν. Και εκεί, όσο με κρατούσε από το χέρι μην πέσω κάτω φώναξα τόσο δυνατά να με ακούσει όλη η οικουμένη, «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ! ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΟΛΑ!»

Ένιωσα κάποιον να με σκουντάει. Άνοιξα τα μάτια μου. «Ρε Δημήτρη! Εσύ πρότεινες να βγούμε να πιούμε κανά ποτάκι. Σε πήρε ο ύπνος μωρέ;». Κοίταξα τον Γιάννη και μετά όλους μου τους φίλους γύρω στο τραπέζι. «Ευχαριστώ», ψέλλισα. «Τι είπες Δημήτρη; Μέθυσες;», τον κοίταξα και χαμογέλασα γλυκά, «Ευχαριστώ».

 

ΙΣΤΟΡΙΑ 4η



ΠΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΒΑΤΑ!

Όλοι περπατάμε κάτω από τις ίδιες μονότονες ομπρέλες. Ή μαύρη θα είναι, ή γκρι ή μπλε. Όλες ίδιες. Κάθε μέρα, ο ουρανός θα είναι συννεφιασμένος, και αν δεις την πόλη από ψηλά, το μόνο που βλέπεις είναι κινούμενους μαύρους ή γκρι ή μπλε θόλους. Όχι, ψέματα. Δεν είναι η μέρα συννεφιασμένη, η ομπρέλα είναι. Όλοι περπατάμε κρατώντας μια ομπρέλα, κοιτάζοντας το πάτωμα. Μπορεί έξω να έχει ήλιο, κανείς δεν ξέρει. Ό,τι ξέρει είναι ο κόσμος κάτω από την ομπρέλα. Κάτω από την ομπρέλα θα βρέχει και θα έχει σύννεφα. Μπορεί να περπατάω σε ανθισμένο λιβάδι; Δεν θα το ξέρω. Γιατί κάθε μου βήμα κάτω από την ομπρέλα είναι γκρι και μονότονο και χαλάει όλες τις ομορφιές. Όταν εγώ θα περπατάω στο λιβάδι, τα λουλούδια θα μαραζώνουν κάτω από τα πόδια μου.

Όλοι είμαστε ίδιοι. Όλοι είμαστε διαφορετικοί. Σαν τα πρόβατα ένα πράγμα. Υπάρχουν και άσπρα και μαύρα πρόβατα, είναι διαφορετικά, αλλά αν ένα πέσει στο γκρεμό, όλα θα ακολουθήσουν. Αν πας να τα σφάξεις, κανένα δεν θα αντιδράσει. Είμαστε πρόβατα. Μας έδωσαν την κατάθλιψη προσωποποιημένα να κουβαλάμε κάθε μέρα. Να έχουμε έναν συγκεκριμένο χώρο. Ένα συγκεκριμένο συναίσθημα. Να κάνουμε συγκεκριμένα πράγματα. Όλοι τα ίδια. Όλοι πρόβατα προς τη σφαγή. Κανείς δεν αντιδρά. Ακολουθεί βουβά τον αρχηγό.

Αλλά μία ημέρα, την ομπρέλα μου την πήρε ο αέρας, και ξανοίχτηκε ένας τελείως διαφορετικός κόσμος μπροστά μου. Ξαφνικά είδα απέραντα λιβάδια δίχως όρια, και πολύχρωμο ουρανό. Όχι μαύρο. Όχι μπλε. Όχι γκρι. Πολύχρωμο. Πανέμορφο. Μοναδικό. Ξάφνου, ένιωσα σαν να έβγαλα φτερά στην πλάτη μου. Όχι πρόβατο. Πουλί. Ελεύθερο. Ένιωσα, ελεύθερη. Πέταξα κάτω την ομπρέλα και την έσπασα στα δύο. Ξάφνου, ένιωθα λες και πήδαγα πάνω από τις ομπρέλες. Γιατί; Γιατί ήμουν ελεύθερη από την εθελοντική φυλακή. Δεν το πίστευα ότι τόσο καιρό, δεν είχα ανακαλύψει αυτό το μέρος. Όμορφο δεν ήταν αρκετή λέξη για να το περιγράψει. Δεν υπήρχαν ομπρέλες. Μονάχα εγώ και η φύση.

Ο ήλιος έδυε. Καθόμουν στην άκρη ενός γκρεμού και παρακολουθούσα τα πουλιά που πέταγαν στον ουρανό. Για λίγο έκλεισα τα μάτια μου. Ένιωσα το κρύο χώμα κάτω από τα χέρια μου, το τίποτα, το κενό κάτω από τα πόδια μου και τα χρώματα πίσω από τα μάτια μου. Τι όμορφο που είναι να είσαι πουλί αντί για πρόβατο.

Άνοιξα τα μάτια μου. Σηκώθηκα, ντύθηκα, πήρα την ομπρέλα μου και βγήκα έξω. Είναι καταπληκτικό να είσαι πουλί, αλλά δυστυχώς, ένα πρόβατο, γεννήθηκε πρόβατο, και θα πεθάνει πρόβατο.