Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Ουπς! Εμφανίζεται ο αντίπαλος... Μπορείς να το συνεχίσεις;



Με αφορμή τις Ψηφιακές γειτονιές ξεκινήσαμε ένα παραμυθάκι με τίτλο
"Οι περιπέτειες της Ελένης και του Γιωργάκη στις Ψηφιακές γειτονιές", που θα το φτιάξουμε ακολουθώντας βήμα -βήμα τα τραπουλόχαρτα της "Μαγικής Τράπουλας"

Το ξεκίνησε η Στεφανία: (τραπουλόχαρτο Απαγόρευση)

"...Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια πόλη πολύ πολύ όμορφη, όπου όλοι ήταν χαρούμενοι και γελαστοί. Θα σκέφτεστε τώρα "αααααααα τι ωραία πόλη" όμως καθόλου έτσι δεν ήταν... Υπήρχε βλέπετε ένας νόμος που έλεγε "Απαγορεύεται να κλαις" και η τιμωρία για τους παραβάτες ήταν τόσο αυστηρή που ούτε να τη γράψω δεν μπορώ...."
Το συνεχίζει η Ασπασία: (τραπουλόχαρτο Παράβαση)
"...Αυτή η πόλη λεγόταν Μπλογκόπολη. Σε αυτήν την πόλη, οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν άγνωστοι μεταξύ τους. Δεν γνώριζαν τους γείτονές τους. Δεν είχαν συναντηθεί ποτέ. Ή μάλλον, τους γνώριζαν αλλά με έναν περίεργο τρόπο. Γινόταν το εξής: όλα τα σπίτια είχαν τις πόρτες ανοιχτές και όποιος ήθελε να επισκεφτεί κάποιον για να δει τι κάνει, τον επισκέπτονταν όποτε ήθελε. Πρωί-μεσημέρι-βράδυ. Ο επισκέπτης παρακολουθούσε τον σπιτονοικοκύρη από την μισάνοιχτη πόρτα και άλλες φορές από το παράθυρο και μετά, αν είχε να του πει κάτι, του άφηνε ένα μήνυμα στην πόρτα και έφευγε.
Ο σπιτονοικοκύρης, κάποια στιγμή, πήγαινε στην πόρτα, διάβαζε όλα τα μηνύματα και γέμιζε ένα σακούλι - το σακούλι της ψυχής του - με διάφορα ευχάριστα συναισθήματα. Άλλοτε χαρά, άλλοτε ενθουσιασμό, άλλοτε έκπληξη. Αλλά πάντα το γέμιζε. Και μερικές φορές απαντούσε σε αυτά τα μηνύματα. Άλλες πάλι όχι. Υπήρχαν βέβαια και σπιτάκια που δεν είχαν ποτέ μηνύματα στην πόρτα.
Υπήρχαν σπιτάκια μικρά και μεγάλα. Καινούρια και παλιά. Και συνεχώς χτίζονταν καινούρια σπιτάκια και η πόλη μεγάλωνε και πλήθαινε από κατοίκους. Σε έναν τέτοιο σπιτάκι κατοικούσαν και η Ελένη και ο Γιωργάκης με τους γονείς τους.
Οι πολίτες και ας μη βλέπονταν μεταξύ τους, περνούσαν πολύ πολύ όμορφα. Για αυτό, ο Δήμαρχος της πόλης και το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισαν να φέρουν μαζί όλους τους πολίτες αυτής της πόλης, για να γνωριστούν. Και έτσι διοργάνωσαν μία μεγάλη γιορτή. Μία γιορτή, στην οποία όλοι θα φορούσαν το καλύτερό τους χαμόγελο, θα έπαιρναν μαζί και ένα σακούλι γεμάτο ανυπομονησία, ενθουσιασμό και χαρά και θα πήγαιναν να γνωρίσουν τους συμπολίτες τους.
Όλοι οι πολίτες ήξεραν τον νόμο "Απαγορεύεται να κλαις" οπότε δεν πήραν μαζί χαρτομάντηλα. Εάν το έκαναν, αυτό θα συνιστούσε ΠΑΡΑΒΑΣΗ στο νόμο! Και δεν ήθελαν να τον παραβούν.
Σε αυτή τη γιορτή λοιπόν, αποφάσισε να πάει και η μαμά της Ελένης και του Γιωργάκη. Και πήγαν και οι 3 μαζί, με το σακούλι τους γεμάτο ανυπομονησία, ενθουσιασμό και χαρά και ΧΩΡΙΣ χαρτομάντηλα..."

Η τρίτη συνέχεια με το τραπουλόχαρτο "Βλάβη - έλλειψη", από την Κορίνα :
"...Όλοι είχαν καθίσει στις καρέκλες τους και είχαν ανοίξει τα tablets τους για να συνδεθούν διαδικτυακά και να γνωρίσουν τους συμπολίτες τους,όταν ξαφνικά έγινε το εξής τρομερό που κανείς τους δεν είχε προβλέψει,μια ΒΛΑΒΗ στην κεραία του τοπικού δικτύου που έβγαλε εκτός λειτουργίας  τους υπολογιστές,τα κινητά και όλα τα συναφή μέσα που θα τους έφερναν σε επαφή! Η ΕΛΛΕΙΨΗ  αυτή έφερε τα πάνω κάτω στο πρόγραμμα των διοργανωτών.Και τώρα τι κάνουμε;, Αναρωτήθηκαν όλοι.Ένα νεαρό παιδί πλησίασε δειλά δειλά και είπε:Έχω ακούσει από τη γιαγιά μου ότι παλιά οι άνθρωποι δεν χρειάζονταν την τεχνολογία για να επικοινωνήσουν μεταξύ τους,αρκούσε μόνο να βρίσκονται στον ίδιο  χώρο και όπως βλέπω σήμερα είμαστε όλοι μαζεμένοι σε αυτή την πλατεία οπότε μήπως;  "

Το συνεχίζει η Ασπασία:
Τραπουλόχαρτο #4: Ο Ήρωας φεύγει από τον τόπο του


"...οπότε μήπως να αφήσετε όλοι σας τα tablets και τα κινητά στην άκρη και να μιλήσετε μεταξύ σας; Αυτά σας βοηθούν να επικοινωνείτε όταν είστε μακριά. Τώρα όμως που είστε όλοι μαζί, δεν τα χρειάζεστε".

Το παιδάκι αυτό ήταν ο Γιωργάκης που είχε έρθει σε αυτή τη μεγάλη γιορτή μαζί με την αδερφούλα του την Ελένη και τη μαμά του.

Ξαφνικά, σαν κάτι μαγικό να συνέβη. Άφησαν όλοι την τεχνολογία στην άκρη και άρχισαν να μιλάνε μεταξύ τους! Ο καθένας, μιλούσε με τον διπλανό του. Γνώριζε ο ένας τον άλλον. Συστήνονταν. Χαμογελούσαν. Αγκαλιάζονταν! Αντάλλασαν μεταξύ τους τη χαρά και τον ενθουσιασμό που είχαν φέρει μέσα στο σακούλι τους.

- "Γεια σου, είμαι η χ. Εσύ ποια είσαι;"
- " Γεια σου χ! Εγώ είμαι η ψ. Αυτή που τότε σου είχε αφήσει το μήνυμα "μπλα...μπλα...μπλα..." στην πόρτα και μου είχες απαντήσει "μπλα...μπλα...μπλα..."".
- "Πόσο χαίρομαι που σε γνωρίζω ψ μου!"
- "Εγώ να δεις, χ μου!"

Λίγο πιο κάτω, μία άλλη γνωριμία λάμβανε χώρα:

- "ν μου! Τι κάνεις; Είμαι η ζ! Πόσο πιο όμορφη είσαι από κοντά!!! Τότε που ερχόμουν σπιτάκι σου και σε παρατηρούσα από το παράθυρο, φαινόσουν τόσο κουρασμένη και διαφορετική..."
- "Ώστε εσύ είσαι η ζ! Πόσο χαίρομαι που είσαι σήμερα εδώ! Τι όμορφα που περνάμε όλοι μαζί εδώ!"

Όλοι τους, μαμάδες-μπαμπάδες, αφανείς ήρωες που γράφουν τη δική τους ιστορία μέσα στα σπιτάκια τους. Αφανείς ΗΡΩΕΣ ΠΟΥ ΕΦΥΓΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΟΥΣ, τη δική τους γειτονιά, και ήρθαν όλοι μαζί σε εκείνη τη γιορτή της Μπλογκόπολης για να γνωριστούν μεταξύ τους..."

Και πάλι συνεχίζει η Ασπασία:
(Τραπουλόχαρτο 5 -Αποστολή)


"...για να ανταλλάξουν τα δώρα που έφεραν μέσα στα σακούλια τους: χαρά, ενθουσιασμό, ελπίδα, έμπνευση.
Για να μοιραστούν εμπειρίες, συναισθήματα και σκέψεις.
Για να μοιραστούν όλοι μαζί τη θετική ενέργεια που υπήρχε διάχυτη στον χώρο.
Για να ακούσουν και να ακουστούν!
Για να εμπνεύσουν και να εμπνευστούν!
Αυτή ήταν και η ΑΠΟΣΤΟΛΗ..."

Το συνεχίζει ο Κώστας
(Τραπουλόχαρτο 6 -Συνάντηση με τον Δωρητή)

"...Η αλήθεια είναι πως όλοι τα είχαν λίγο χαμένα με τη βλάβη. Είναι δύσκολο να ξε-μάθεις την τεχνολογία. Τους έπιασε άγχος. Τα παιδιά προσπαθούσαν μάται να τους ηρεμήσουν και να τους παρασύρουν σε ένα παιχνίδι.
Τότε έκανε την εμφάνισή του ένας ψηλός και λεπτός άντρας. Φορούσε στρογγυλά γυαλάκια και είχε γένια. Μιλούσε σιγανά και ήρεμα:
-Ήρθε η ώρα να ακούσετε λίγο τον εαυτό σας. Θα ήθελα -για αρχή- να σκεφτείτε την αναπνοή σας. Πάρτε μια βαθιά ανάσα...  Τώρα, που βρισκόμαστε όλοι στον ίδιο χώρο πήρατε όλοι κάτι από την ανάσα των άλλων. Βλέπετε πως χαλαρώνετε; Νομίζω πως μπορώ τώρα να σας μιλήσω για το δώρο που έφερα..." 

Το συνεχίζει η Σοφία
(Τραπουλόχαρτο 7- Μαγικά Δώρα)

"Το δώρο που έφερα λέγεται τίποτα!"
 "Τίποτα;" Βουή στην αίθουσα και απογόητευση. "Μας κοροϊδεύεις;" φωνάζει από το βάθος της αίθουσας ένας αγριεμένος μεγάλος με κοστούμι
"Μα γιατί θυμώνετε;" είπε με ήρεμη φωνή ο ψηλός και λεπτός άνδρας. "Όταν μας χαρίζουν κάτι, πρώτα λέμε ευχαριστώ. Χαμογελάμε και εκτιμούμε την ομορφιά του. Τη διαφορετικότητά του. Τη σκέψη του ανθρώπου που μας το χάρισε. Το παίρνουμε μαζί μας και τελικά το τοποθετούμε κάπου όμορφα και ξεχωριστά"
Στο μπερδεμένο πλήθος ξεπροβάλλουν λίγα, ελάχιστα χαμόγελα. Μια λάμψη στα μάτια! Ανάμεσά τους ο Γιωργάκης και η Ελένη, έχουν καταλάβει!

 ...και συμπλήρωση από την  Ασπασία: 
Η συνέχεια του παραμυθιού (με μικρή παρέμβαση της Παραμυθοκουζίνας)...

"Ο Γιωργάκης και η Ελένη ήξεραν τι θα πει στη συνέχεια ο ψηλός άντρας. Γιατί απλούστατα αυτοί τον είχαν καλέσει:
"...το δώρο που έφερα, και ονόμασα "τίποτα" για την ακρίβεια δεν είναι ένα μόνο. Είναι 4! Είναι σαν αυτά που φέρατε και εσείς μέσα στα δικά σας σακούλια: χαρά, ενθουσιασμό, ελπίδα, έμπνευση! Κάποιοι άλλοι ίσως το θεωρούσαν τίποτα, αλλά -είμαι σίγουρος πως για εσάς είναι τα ...πάντα:

Λοιπόν, ακούστε με προσεκτικά. Ακούστε τι θα κάνουμε. Θα κάνουμε ανταλλαγή. Θα τα μοιράσουμε μεταξύ μας!
Θα δώσουμε σε κάποιον τη ΧΑΡΑ μας και θα πάρουμε τη δική του. Θα δώσουμε σε κάποιον άλλον τον ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟ μας και θα πάρουμε τον δικό του. Θα δώσουμε σε κάποιον τρίτο την ΕΛΠΙΔΑ μας και θα πάρουμε τη δική του! Και τέλος, θα δώσουμε σε κάποιον τέταρτο την ΈΜΠΝΕΥΣΗ μας και θα πάρουμε τη δική του.
Κατά αυτόν τον τρόπο, θα γεμίσουμε τα σακούλια μας με τα δώρα των άλλων! Πώς σας φαίνεται η ιδέα;

Και όταν πια φύγουμε από αυτή τη μεγάλη γιορτή και φτάσουμε στο σπίτι μας, τότε θα αρχίσουμε να αδειάζουμε τα σακούλια με την ησυχία μας και να επεξεργαζόμαστε τα δώρα που φέραμε μαζί μας.
 Δεν είναι μαγικό; Δεν είναι αυτά τα δώρα μαγικά; Για σκεφτείτε λίγο..."

Μπορείς να το συνεχίσεις; (γράψε αν θέλεις τη συνέχεια στα σχόλια)

2 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. (το βελτίωσα λίγο και το ξαναστέλνω. Σβήνω το προηγούμενο σχόλιο)
    -----------------------------------------
    Τραπουλόχαρτο #8: Εμφανίζεται ο αντίπαλος

    Η συνέχεια του παραμυθιού...

    "...και εκείνη τη στιγμή, παρεμβαίνει και πάλι εκείνος ο αντιδραστικός, αγριεμένος μεγάλος με κουστούμι:

    - "Μας κοροϊδεύεις;;; Μας κοροϊδεύεις! Είναι σίγουρο! Αυτά που περιγράφεις δεν είναι δώρα. Είναι συναισθήματα. Όμορφα συναισθήματα και τίποτα παραπάνω".

    Και ο ψηλός, λεπτός άντρας του απαντά με έκπληξη και απορία μαζί:

    - "Μα τι λες; Αν δεν είναι τα όμορφα συναισθήματα δώρα, τότε τι είναι;;;!!! Υπάρχει πιο όμορφο δώρο από το να παίρνεις και να δίνεις χαρά; Eνθουσιασμό; Ελπίδα; Έμπνευση; Για κάποιους ανθρώπους που δεν τα έχουν, αυτά είναι τα πάντα!"

    και Ο "ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ" ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ και πάλι αντιδραστικός και αρνητικός:

    - "Ναι, αλλά εγώ τα έχω ήδη. Δεν τα θέλω. Τι ήρθα να κάνω εδώ σήμερα; Να πάρω κάτι που ήδη έχω; Δεν έχει νόημα."

    Και ο ψηλός, λεπτός άντρας του απαντά με σιγουριά:

    - "Ήρθες για να τα μοιραστείς! Είναι διασκεδαστικό το να μοιράζεσαι! Και τόσο όμορφο..."

    Και εκείνη τη στιγμή, ο Γιωργάκης και η Ελένη χαμογέλασαν. Αυτός ο ψηλός, λεπτός άντρας ήταν ο μπαμπάς τους! Τον είχαν καλέσει να έρθει μαζί τους σε αυτή τη μεγάλη γιορτή της πόλης τους, αλλά λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων είχε αρνηθεί. Τελικά όμως τα κατάφερε! Τα άφησε όλα για να είναι εκεί σήμερα. Ναι, ήταν εκεί. Μαζί τους! Και είναι τόσο σοφός..."

    ΑπάντησηΔιαγραφή