Ο Ζαμπαντής το γύρισε στη δημοσιογραφία κι έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού "Ζαμαπντώρα"
Είναι η 6η περιπέτεια μετά από όσα συνέβησαν το Πάσχα
Πρόκειται για ήρωα που δημιουργήσαμε με τα παιδιά του εργαστηρίου της "Παραμυθοκουζίνας" στο 1ο Δημοτικό Σχολείο του Παπάγου
Συγγραφείς -εικονογράφοι:
Άγγελος Διαμαντόπουλος
Βασίλης Διαμαντόπουλος
Δέσποινα Κάντζαρη
Μυρτώ Μαθιουδάκη
Αντώνης Ρόμπος
Πηγή έμπνευσής μας ήταν η "Συμμορία με τις μπλε κάλτσες" της Μιράντας Βατικιώτη για την οποία έχουμε κάνει και τρέιλερ:
https://europeanbooktrailers.eu/trailer/the-gang-with-the-blue-socks-by-miranda-vatikioti/
Περιοδικό Ζαμπαντώρα
Μετά από την αποτυχημένη του προσπάθεια να βρει δουλειά
στα Ιωάννινα, ο Ζαμπαντής ξεκίνησε ένα περιοδικό με όνομα «Ζαμπαντώρα». Καθώς
ήταν αρχισυντάκτης του νέου περιοδικού, προσλάμβανε υπαλλήλους και τους ανέθετε
αποστολές ανάλογα με τη θεματολογία στην οποία ειδικευόταν ο καθένας. Έκανε μια
νέα αρχή και οι περιορισμένες –τώρα πια- προσδοκίες του Ζαμπαντή δεν προϊδέαζαν
για τα πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα. Παρ’ όλα αυτά, το νέο περιοδικό έγινε
ανάρπαστο και οι αναγνώστες λάτρεψαν τη θεματολογία και τη γραφή των
δημοσιογράφων του.
Η πρώτη αποστολή ανατέθηκε στον κ. Άγγελο. Εκείνος έπρεπε
να ταξιδέψει στην Αντίπαρο ώστε να εντοπίσει το ορυχείο του Μπασάλα, όπου
βρισκόταν το πιο φανταχτερό και ανεκτίμητο χρυσάφι και να το φωτογραφίσει.
Το ταξίδι ήταν μακρινό και έμοιαζε ατελείωτο. Όμως το
πλοίο που αρμένιζε στη θάλασσα πλησίαζε στο όμορφο νησί, που ώρες ώρες θύμιζε
τη φαντασία ενός ζωγράφου. Ο τρόπος που ο ήλιος το έλουζε και έκανε και την
άμμο ακόμα να μοιάζει με ατόφιο χρυσάφι γαλήνευε ψυχές μικρών και μεγάλων,
κάνοντας τις έγνοιες τους να φεύγουν μακριά, ως το απέραντο. Ο κ. Άγγελος,
εντυπωσιασμένος από τη φυσική ομορφιά της Αντιπάρου, κατέβηκε από το πλοίο και
άρχισε να περιπλανιέται, αναζητώντας το ορυχείο.
Δεν πέρασε αρκετή ώρα ώσπου να το βρει. Βρισκόντανε ήδη
στην είσοδο όταν παρατήρησε ένα περίεργο σήμα που απαγόρευε τις φωτογραφίες.
Ξαφνικά, πλημμύρισε από απογοήτευση. Είχε κάνει ένα ατέλειωτο ταξίδι δίχως
αποτέλεσμα. Πώς θα καταφέρω να το εξηγήσω
αυτό στον Ζαμπαντή; συλλογίστηκε ενώ τριγύριζε απέξω από το ορυχείο. Δεν
τον ενδιέφεραν πια τα πυκνά δέντρα που σκέπαζαν τους θάμνους, ούτε η ολόχρυση
αμμουδιά που βαφόταν απ’ τα κύματα. Μέχρι που κάποια στιγμή, αφηρημένος όπως
ήταν, έπεσε πάνω σε μια ψηλή κοπέλα που κρατούσε μια μαύρη κάμερα.
-
Χίλια συγγνώμη για αυτό απλά…
ψέλλισε αμήχανα ο κ. Άγγελος
-
Παρακαλώ. Είσαστε κι εσείς
φωτογράφος, παρατήρησα. Δυστυχώς, δεν επιτρέπονται οι φωτογραφίες, αλλά έχω
βρει μία συμβιβαστική λύση, απάντησε με απόλυτη σιγουριά η κοπέλα. Καταρχάς, με
λένε Ίρις. Θα θέλατε να με ακολουθήσετε;
-
Φυσικά. Σας ευχαριστώ πολύ.
Ο Άγγελος και η Ίρις απομακρύνθηκαν από το ορυχείο και βρέθηκαν πίσω από
ένα κατάλευκο μαρμάρινο πεζούλι. Εκεί βρισκόταν μία μικρή είσοδος με πέτρινα
σκαλιά που οδηγούσαν σε έναν υπόγειο χώρο. Από μία εσοχή φαινόταν το ορυχείο,
αλλά από διαφορετική οπτική γωνία. Ούτως
ή άλλως οι φωτογραφίες μόνο από εκεί επιτρέπονταν. Η Ίρις τοποθέτησε την κάμερά
της στην εσοχή και άρχισε να τραβάει πλάνα κοντινά και μακρινά. Σύντομα ο
κύριος Άγγελος επέστρεψε στο γραφείο του Ζαμπαντή, του έδειξε τις φωτογραφίες, και
αμέσως μετά δημοσιεύτηκε ένα νέο άρθρο στο περιοδικό Ζαμπαντώρα με τίτλο
«Χρυσάφι στην Αντίπαρο».
Μετά από αρκετό καιρό, το αναγνωστικό κοινό θέλησε να μάθει ποιος τράβηξε
αυτές τις παραμυθένιες και μοναδικές φωτογραφίες. Τότε, μια φωτογράφος με όνομα
Ειρήνη ισχυρίστηκε πως οι φωτογραφίες ήταν δικές της. Το κοινό την πίστεψε,
μόνο που ο κύριος Άγγελος είχε άλλη γνώμη…
Ο καιρός πέρασε και η υπόθεση των φωτογραφιών λησμονήθηκε (και, θυμίζουμε,
δε διαλευκάνθηκε). Το περιοδικό Ζαμπαντώρα ετοιμαζόταν για καινούρια αποστολή.
Ταυτόχρονα όμως, στην Αντίπαρο ο Μπασάλας (ο κάτοχος του ορυχείου) γνώρισε την
Ίριδα τη φωτογράφο κι έμαθε πολλές πληροφορίες για το έργο της. Σιγά σιγά, όσο
περισσότερο τη γνώριζε, τόσο περισσότερο πλημμύριζε η καρδιά του με το αίσθημα
που του προκαλούσε το χαμόγελό της: ήταν
τρελά ερωτευμένος.
Κάποια στιγμή, σκέφτηκε κιόλας να τη ζητήσει σε γάμο. Αυτό όμως ήταν
εντελώς απίθανο, καθώς ήταν ήδη παντρεμένος με μια κοπέλα που λεγόταν Μαρίκα. Ο
γάμος του φυσικά δεν τον εμπόδιζε να της μιλάει και να περνάει χρόνο μαζί της.
Στο μεταξύ, και στην Αθήνα όπου δούλευε ο Ζαμπαντής εξελίχθηκαν τα
γεγονότα: Το περιοδικό Ζαμπαντώρα έγινε ένα από τα δημοφιλέστερα στην αγορά και
έδωσε κίνητρο στους υπαλλήλους να συνεχίσουν τη σκληρή δουλειά και στον
αρχισυντάκτη να αναθέσει μια καινούρια αποστολή. Ο επόμενος προορισμός ήταν η
Κίναρος, όπου θα έδινε συνέντευξη η μοναδική μόνιμη κάτοικος του νησιού.
Όσο για το χρυσάφι, ο κ. Άγγελος αλλά και ο Μπασάλας απέδειξαν πως η Ίρις φωτογράφισε
τις ζωηρόχρωμες εικόνες, κάνοντάς την σεβαστή προς τους αναγνώστες του
περιοδικού. Επίσης, η ίδια εκτίμησε αρκετά τα επιχειρήματα και τις αποδείξεις του Μπασάλα
υπέρ της και άρχισε με τον καιρό να τον προσεγγίζει όλο και περισσότερο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου