Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

Ένας αληθινός ήρωας

 


ΕΝΑΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΗΡΩΑΣ

Της Μαριαλένας Πορίχη

Κοιμόμουν ήσυχα στο κρεβάτι μου, όταν άκουσα τον χαρακτηριστικό ήχο που θα έσπαγε τον ύπνο μου στη μέση. Ξανά. Ο φίλος μου σηκώθηκε σαν αστραπή από το κρεβάτι του και απάντησε το τηλεφώνημα του αφεντικού του. Εγώ σηκώθηκα και άρχισα να τραβάω το σακίδιο με τη στολή μου. Ο φίλος μου όμως, φερόταν πιο περίεργα από ότι συνήθως. Όταν τελείωσε το τηλεφώνημα, είχε χλωμιάσει και άρχισε να τρέχει να ντυθεί πιο γρήγορα από ότι όποια άλλη φορά. Μέχρι τότε δεν είχα καταλάβει την σημαντικότητα της κατάστασης. Μου φόρεσε γρήγορα την στολή μου και μπήκαμε στο όχημα που θα μας μετέφερε στο «μέρος της φρίκης», όπως έχω συνηθίσει να αποκαλώ αυτά τα μέρη. Αλλά ειλικρινά, δεν είχα ξαναζήσει τον τρόμο τόσο έντονα σε καμιά άλλη αποστολή μας.

Καθ’ όλη την διαδρομή, ο ασύρματος ήταν ανοιχτός και ακούγαμε λεπτομέρειες της κατάστασης από το αφεντικό. Εγώ δεν καταλάβαινα πολλά από όσα άκουγα, αλλά μπορούσα να αισθανθώ ότι ο φίλος μου ήταν πολύ ανήσυχος. Όταν κατεβήκαμε, κατάλαβα για ποιον λόγο όλοι τους ήταν τόσο ανήσυχοι. Μπορούσα να νιώσω τον τρόμο στο πετσί μου. Παντού είχε φωτιές και σπασμένα σίδερα. Όσο ο φίλος μου μού έβαζε τα παπούτσια μου, εγώ παρατηρούσα το τι συνέβαινε γύρω μου. Ουρλιαχτά και κλάματα ακούγονταν παντού.

Τόσο καιρό που κάνω αυτή τη δουλειά, δεν έχω ξανα αντικρύσει ένα τέτοιο τοπίο. Συνήθως αναλαμβάνουμε κάποια απεγκλώβιση αφότου έχει η γη κουνηθεί τόσο πολύ που κτήρια πέφτουν, κατά τη διάρκεια φωτιάς ή καταιγίδας, ή ψάχνουμε ανθρώπους που έχουν εξαφανιστεί. Αλλά κάτι τέτοιο ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα. Ένιωσα τον φόβο να διατρέχει τη ραχοκοκαλιά μου. Δεν ήξερα ότι μετά από μια τέτοια αποστολή, θα μπορούσα να αναγνωρίσω το πόσο σημαντική είναι η δουλειά μου.

Ο φίλος μου με έσπρωξε ελαφρά για να πλησιάσουμε το σημείο. Αισθανόμουν τους ανθρώπους γύρω μου, τα συναισθήματά τους και ένιωθα τον φόβο τους. Δύο τρένα. Δύο τρένα ήταν σμπαραλιασμένα μπροστά στα μάτια μου. Από δύο τρένα, τόσες ζωές θα χάνονταν. Σήκωσα το ανάστημά μου. Όχι. Όχι, δεν μπορούσε κάτι τέτοιο να με τρομάξει. Εγώ ήμουν εδώ για να σώσω ζωές και για να το κάνω αυτό, πρέπει να δείξω θάρρος. Μύρισα, αισθάνθηκα και προτού τραβήξω τον φίλο μου στο βαγόνι όπου ήξερα ότι είχε τους πιο πολλούς επιζώντες ανθρώπους, με τράβηξε σε ένα άλλο. Όλα τα άλλα βαγόνια, φαίνεται να είχαν άλλους διασώστες και εμείς μείναμε για τα δύσκολα. Το βαγόνι ήταν πολύ ζεστό και ετοιμόρροπο. Είχε και μικρές εστίες φωτιάς σε κάποια σημεία. Καθώς έμπαινα, πρόσεξα το αφεντικό που φώναζε στον φίλο μου να μην μπει μόνος του εκεί μέσα. Ο φίλος μου χαμογέλασε, έσφιξε το χέρι του σε μπουνιά και χτύπησε απαλά το στέρνο του. Ήταν αποφασισμένος.

Ο φίλος μου παραμέριζε τεράστια κομμάτια μετάλλου για να έρθει προς τα εκεί που του έδειχνα. Καθώς εγώ προχωρούσα, έβλεπα ότι εκείνος κόμπιαζε να με ακολουθήσει. Ίδρωνε πολύ και ήταν κατακόκκινος. Τον πλησίασα να δω αν είναι καλά, αλλά μου έκανε νόημα να συνεχίσω. Προσπαθούσα να μυρίσω, αλλά το μόνο που μύριζα, ήταν καπνός και...θάνατος, παντού. Ξάφνου, άκουσα ένα χαμηλόφωνο και σπαραχτικό κλάμα. Πετάχτηκα. Στην αρχή περπάταγα, μετά έτρεχα και πήδαγα καθώς αισθανόμουν κάτι ζωντανό. Καθώς έτρεχα ένα κακό προαίσθημα γέμισε το κεφάλι μου σύννεφα, έτοιμα να κατασπαράξουν το οτιδήποτε, αλλά δεν είχα χρόνο για χάσιμο. Όταν έφτασα, είδα μια κοπέλα, πολύ νέα, ήταν κάτω από κάποια σμπαράλια και έκλαιγε γοερά. Άρχισα να ουρλιάζω, σήμα ότι βρήκα κάποιον. Ήμουν τόσο χαρούμενος, που δεν είχα συνειδητοποιήσει την απουσία του φίλου μου. Πριν προλάβω όμως να κουνηθώ, ένας άλλος φίλος ήρθε και μετά από πολύωρη προσπάθια, πήρε την βαριά τραυματισμένη, αλλά ζωντανή  κοπέλα, στα χέρια του και βγήκαμε προσεχτικά έξω. Αλλά το αίσθημα περηφάνιας σύντομα έσβησε. Όταν βγήκαμε έξω, ένα κάρο άνθρωποι ήταν ξαπλωμένοι κατάχαμα ενώ ασθενοφόρα πηγαινοέρχονταν. Η όψη του θεάματος, φάνταζε νεκροταφείου, αν και ήξερα ότι δεν ήταν όλοι τους νεκροί. Στα πρόσωπά τους φρίκη,τρόμος και φόβος ήταν ζωγραφισμένα. Κλάματα και αναφιλητά παντού, αλλά, ένιωσα μια μοιρωδιά τόσο οικία να μου σπάει τα ρουθούνια.

 Έτρεξα να βρω τον φίλο μου. Αναρωτιόμουν γιατί δεν είχε έρθει εκείνος στο άκουσμα του σήματός μου όταν βρήκα την κοπέλα. Όταν πλησίασα πιο κοντά, όλη η χαρά που θα τον έβλεπα έσβησε. Ήταν και αυτός ξαπλωμένος και βαριά τραυματισμένος. Μου κόπηκε η ανάσα. Τον μύρισα και με φρίκη συνειδητοποίησα ότι μύριζε θάνατο. Τον έγλειψα στο κεφάλι μα δεν ανταποκρίθηκε. Άρχισα να κλαίω γοερά.

 Εκείνη την νύχτα, έχασα τον πιο σημαντικό άνθρωπο στη ζωή μου και έσωσα τη ζωή μιας νεαρής κοπέλας. Εκείνο το βράδυ, 57 άτομα έχασαν τη ζωή τους βάρβαρα και τόσο άδικα. Για πολλούς ανθρώπους δεν ξημέρωσε άνοιξη την επόμενη μέρα, πολλοί άνθρωποι δεν θα ξανανάσαιναν καθαρό αέρα, πολλοί άνθρωποι δεν θα ξανάνιωθαν το χώμα κάτω από τα πόδια τους και για πολλούς ανθρώπους τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο ξανά. Αλλά ένα πράγμα ήξερα, ότι για να ξημερώσει άλλη μία μέρα για έστω και μία ζωή, εγώ θα έρπεπε να κάνω το καθήκων μου και να είμαι ένας τέλειος σκύλος διασώστης, που θα φροντίζει να υπάρχει έστω και ένα, ακόμα, χαμόγελο κάπου στον κόσμο.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου