Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

Ο Γιάννης Ρίτσος στο Καρλόβασι: Ένα κείμενο 14 ετών...

 Το θυμήθηκα με αφορμή τον περίπατο μας στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αστυνομικής Λογοτεχνίας στη Σάμο και αντιγράφω από το μπλογκ μου, ανενενεργό πια, το "Ημερολόγιο ενός πατέρα" 

Ο Γιάννης Ρίτσος στο Καρλόβασι...


Αυτή η φωτογραφία στάθηκε η αφορμή… Αυτή η φωτογραφία που βρήκα τυχαία χθες στο διαδίκτυο… Είναι ο Γιάννης Ρίτσος στη χτιστή πολυθρόνα του στο Καρλόβασι της Σάμου. Ένα μέρος μαγικό όπου ο ποιητής συνήθιζε να κάνει τον απογευματινό του περίπατο. Συχνά καθόταν εκεί για να σκεφτεί ή να γράψει, βλέποντας ένα από τα πιο όμορφα ηλιοβασιλέματα του Αιγαίου…
Αριστερά του βρίσκεται το λιμάνι και δεξιά του αρχίζει η περιοχή με τα παλιά βυρσοδεψεία…
Τέσσερα χρόνια συνέχεια περνούσα εκεί τις καλοκαιρινές διακοπές μου και είχα την τύχη να γνωρίσω αυτούς τους τόπους. Συχνά διασταυρωνόμουνα με τον ποιητή με το ζεστό χαμόγελο, αλλά ποτέ δεν συζήτησα μαζί του –από ντροπή. Ο ίδιος φαινόταν ο πιο ευπροσήγορος άνθρωπος.
Μια χρονιά το μπαλκόνι μου έβλεπε στον κήπο του. Κάθε πρωί σηκωνόταν και επιθεωρούσε τις πέτρες, τα βότσαλα που είχε απλωμένα παντού. Με κάποιον τρόπο τα προετοίμαζε για να τα ζωγραφίσει...

Μετά τον έβλεπα ξανά στην παραλία στο Ποτάμι, να στέκεται όρθιος (κάποιο πρόβλημα είχε στη μέση του) και να κοιτάζει τον κόσμο κρατώντας πάντοτε στο χέρι το τσιγάρο του.
Πολλές φορές πήγαινε στο εργαστήρι κεραμικών του κυρ Βασίλη του Κοντορούδα και ζωγράφιζε κυρίως πιάτα, έτσι για το κέφι του. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του ξαναβρέθηκα εκεί, τα πιάτα ήταν πάντοτε στη θέση τους. Σήμερα δεν ξέρω πια.

Όταν δεν καθόταν στην «πολυθρόνα» του με την αγαπημένη του Φιλίτσα στο πλάι του, καθόμουνα… εγώ!
Ένιωθα να παίρνω κάτι από την αύρα του και σημείωνα κι εγώ σε ένα τετραδιάκι.
Όμως έμενα πάντοτε δειλός για να του μιλήσω.
Ίσως και να ντρεπόμουνα που σε κάποια ανύποπτη εποχή, ακολουθώντας κι εγώ ηλίθιες μόδες, χλεύαζα τα «φρέσκα φασολάκια» του…
Έπρεπε να περάσει κι άλλος καιρός για να μπω στο βάθος των στίχων του.
Και μετά τον αγάπησα πιο πολύ, όταν «αρνούμενος να γίνει Άγιος» κυκλοφόρησε το αριστουργηματικό «Εικονοστάσιο Ανωνύμων Αγίων» και έδειξε σε όλους τι σημαίνει αληθινός ποιητής.
Και ξαφνικά, στο δικό μου μυστικό βάθρο, ο Ρίτσος ήταν πια στη κορυφή. Ατέλειωτοι οι στίχοι του που πάντοτε μου φέρνουν ρίγος. Μοναδικές οι απαγγελίες του…
Ύστερα ήταν αργά… Δυο μέρες μετά τα γενέθλια των 30 μου χρόνων, έφυγε από κοντά μας. Νοέμβριος του 1990. Του χρωστούσα, χρωστούσα και στον εαυτό μου έναν χαιρετισμό. Ήταν η μοναδική φορά που μαζί με το πλήθος πήγα κι εγώ στη Μητρόπολη, εκεί που ήταν το φέρετρο του. Δεν το έκανα για κανέναν πριν και για κανέναν μετά….
Και κλείνω προς το παρόν εδώ με το απόσπασμα από το Καπνισμένο Τσουκάλι, ένα ποίημα που κάποτε κορόιδεψα και μετά αγάπησα βαθιά. Ένα ποίημα, που ακούγοντάς το από τη φωνή του Ξυλούρη το μοιράστηκα με το μεγάλο μου γιο, προσπαθώντας να τον κάνω να καταλάβει το μεγαλείο της απλότητας…

…Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα, δεν χρειάζονται περισσότερα.
Κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί.
Θα βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος
σ' όλες τις καρδιές, σ' όλα τα χείλη.
'Ετσι να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη.
Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι και να λένε,
"Τέτοια ποιήματα, σου φτιάχνουμε εκατό την ώρα."
Αυτό θέλουμε κι εμείς.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ' τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου