Το μαγικό βιβλίο "Ο βιβλιοθηκάριος με το γαϊδουράκι" μου θύμισε ένα καλοκαίρι -7 χρόνια πριν- κι ένα από τα πιο όμορφα και δημιουργικά ταξίδια.
Τότε ήταν ο γαϊδαράκος ΑΛΦΑΒΗΤΑ:
Τώρα διαβάζω:
Fakir
Baykurt, Ο βιβλιοθηκάριος με το γαϊδουράκι,
μετάφραση Ιώ Τσοκώνα, εκδόσεις Τσουκάτου
«Η επιστήμη δεν είναι το
αντίθετο της αμάθειας; Ναι, είναι. Και η επιστήμη δεν βρίσκεται μέσα στα
βιβλία; Ε, να λοιπόν, την αμάθεια μπορούμε αν τη νικήσουμε μόνο με το διάβασμα.
Μπορούμε αν νικήσουμε το σκοτάδι διαβάζοντας, μαθαίνοντας και φωτίζοντας το
μυαλό μας».
«Νομίζω πως υπάρχει κάτι
που λέγεται φιλαναγνωσία. Μια αγάπη παρόμοια με αυτήν για τη μητέρα, τα
αδέρφια, τον σύντροφο…
…η αγάπη αυτή υπάρχει
έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά μάλλον κοιμάται. Με τον καιρό πρέπει να ξυπνήσει ή,
αν δεν υπάρχει, πρέπει να εμφυτευτεί. Έτσι ξύπνησε μέσα μου από την παιδική μου
ηλικία η αγάπη για το βιβλίο»
«Κατά τη γνώμη μου, η
καταστροφή βιβλίων είναι ένα κακό που γίνεται κατά του λαού. Δεν το αντέχω.
Όπου δω τέτοια καταστροφή, θέλω να αντιδράσω. Θολώνει το μυαλό μου, δεν βλέπω
μπροστά μου»
«Αν μια κοινωνία είναι
δομημένη ώστε να υπάρχουν βιβλιοθήκες σε κάθε περιοχή, από τις μεγαλύτερες
πόλεις μέχρι τους μικρότερους οικισμούς και οι άνθρωποι διαβάζουν, αυτή η
κοινωνία μπορεί να βρει χρήματα για κάθε ανάγκη της. Είναι δυνατόν να
λειτουργήσει το μυαλό χωρίς γνώση; Μπορεί αν βγουν χρήματα χωρίς σκέψη; Κι αυτό
που θα ξυπνήσει το μυαλό είναι μόνο το βιβλίο, είναι η βιβλιοθήκη»
«Αν πάρεις μια τρίχα από
κάθε γενειοφόρο, μπορείς να φτιάξεις γενειάδα ακόμα και σε σπανό»
«Το να ιδρύεις βιβλιοθήκη
σε ένα χωριό, είναι σα να φέρνεις πηγή νερού στην έρημο. Από όπου περνά η
βιβλιοθήκη, απομακρύνεται η αμάθεια»
«Σκοτώνεσαι να βρεις
βιβλία για παιδιά, να ανοίξεις βιβλιοθήκες στα χωριά, να μορφώσεις μικρούς και
μεγάλους άντρες και γυναίκες… Και; Αξίζει τον κόπο; Λες να το εκτιμήσουν και να
σου φτιάξουν έναν μεγαλόπρεπο τάφο όταν πεθάνεις; Ο κόσμος προτιμά να κλείνεται
στα καφενεία και να παίζει χαρτιά, παρά
να διαβάζει βιβλία»
«Αφού οι πολίτες δεν
έρχονταν στη βιβλιοθήκη, έπρεπε εκείνος να πάει σε αυτούς και να τους παροτρύνει
να διαβάσουν»
«Δεν πάνε πια βιβλία στα
χωριά. Τα παιδιά στα χωριά δεν έχουν πρόσβαση σε βιβλία. Οι γυναίκες δεν
πηγαίνουν στις βιβλιοθήκες. Οι υπάλληλοι με νοοτροπία παθητικού δημοσίου
υπαλλήλου, οι οποίοι διορίστηκαν από την κεντρική υπηρεσία, κάθονται στα
γραφεία τους και περιμένουν πότε θα μπει κάποιος αναγνώστης»
«Το θέμα των βιβλιοθηκών
είναι σημαντικό κύριοι! Πρέπει να το κατανοήσουμε καλά. Αυτή δουλειά γίνεται
μόνο με αγάπη ή δεν γίνεται καθόλου»
«Στη χώρα μας υπάρχει
ανυπέρβλητη αντίσταση στο φως…
…Οι εχθροί του φωτός
είναι ακόμα ισχυροί, ενώ οι φίλοι του διασκορπισμένοι. Αυτή η διαπίστωση
πληγώνει»
«Ο «από πάνω» …δεν
συμπαθεί τα βιβλία και τις βιβλιοθήκες. Είτε με γαϊδουράκι είτε χωρίς, δεν
συμπαθεί τις βιβλιοθήκες, πόσο μάλλον στα χωριά. Το κατάλαβα αυτό καλύτερα με
τον καιρό. Ο «από πάνω» δεν συμπαθεί καθόλου τους χωρικούς και τα παιδιά που
διαβάζουν βιβλία στα χωριά»
Το βιβλίο
Μια καλοκαιρινή μέρα, ο
Δημήτρης Κάτσικας από τη Λάρισα φθάνει στον τόπο των Περίμπατζαλαρι, τον τόπο
που δεσπόζουν οι «Καμινάδες των Νεράιδων». Ο νέος άνδρας θέλησε να επισκεφθεί
τα μέρη που οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι συγγενείς του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν
πριν από πολλά χρόνια. Να δει από κοντά τον τόπο απ’ όπου αποκόπηκαν βίαια και
δεν επέστρεψαν ποτέ.
Οι συγκυρίες τον οδηγούν
στον Αζίζ Γκιουζέλγκιοζ, έναν από τις πιο αγαπητές φυσιογνωμίες της περιοχής.
Οι δύο συνομήλικοι άνδρες γρήγορα δένονται και ο Δημήτρης φιλοξενείται στο
σπίτι του Αζίζ. Εκεί γνωρίζει έναν εξαιρετικό άνθρωπο του συναρπαστικού, σχεδόν
παραμυθένιου, τόπου. Τον πατέρα του Αζίζ, τον Μουσταφά, γνωστό ως «ο
βιβλιοθηκάριος με το γαϊδουράκι».
Τον έλεγαν έτσι επειδή
μετέφερε βιβλία με ένα γαϊδουράκι στους κατοίκους περισσότερων από τριάντα
δυσπρόσιτων χωριών, ενώ παράλληλα διαχειριζόταν τη βιβλιοθήκη στο Προκόπι. Επί
χρόνια, ο Μουσταφά Γκιουζέλγκιοζ αγωνίστηκε για να μπορούν όλοι, ιδίως οι γυναίκες
και τα παιδιά, να διαβάζουν βιβλία.
Η αγάπη μεταξύ του
Δημήτρη και του βιβλιοθηκάριου με το γαϊδουράκι γίνεται ολοένα και δυνατότερη,
καθώς ταξιδεύουν μαζί στην περιοχή. Στο μεταξύ ο Αζίζ και ο Δημήτρης, μετά από
μια συγκινητική ιεροτελεστία αδελφοποίησης αποφασίζουν να κάνουν το Προκόπι με
τη Λάρισα «αδερφές πόλεις». Δεν θα είναι όμως και τόσο εύκολο...
✍ Ο Fakir Baykurt γεννήθηκε το 1929 στο Μπούρντουρ
και το πραγματικό του όνομα ήταν Ταχίρ. Εργάστηκε ως δάσκαλος τουρκικής
λογοτεχνίας σε σχολεία των περιοχών Σίβας, Χαφίκ και Σαβσάτ. Η κυβέρνηση του
Δημοκρατικού Κόμματος τον απομάκρυνε από την υπηρεσία του και τον τοποθέτησε σε
μια περιθωριακή θέση. Το 1958 διώχθηκε για το πρώτο του μυθιστόρημα Η οργή των
φιδιών, το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Cumhuriyet. Μετά το πραξικόπημα
του 1960 διορίστηκε επιθεωρητής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το 1962-63 έκανε μεταπτυχιακές
σπουδές στο Πανεπιστήμιο Bloomington στην Ιντιάνα των ΗΠΑ. Διετέλεσε επί χρόνια
πρόεδρος εκπαιδευτικών συνδικάτων και το 1969 απομακρύνθηκε από την υπηρεσία
του, επειδή συμμετείχε στην πρώτη πανεθνική απεργία εκπαιδευτικών. Μετά το
στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Μαρτίου 1971, φυλακίστηκε για μεγάλο χρονικό
διάστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου