Ο θησαυρός του νησιού
από την Αλκυόνη Κρητικάκη
Η Scarlet, ένα έφηβο κορίτσι, καθώς βρίσκεται στο νησί -που της
κληροδότησε στη διαθήκη του ο παππούς
της- για καλοκαιρινές διακοπές μαζί με
τον καλύτερο της φίλο τον Wolf
θα ανακαλύψει πως κάτι τρέχει με αυτό το νησί και θα προσπαθήσει να διαλευκάνει
το ανεξιχνίαστο μυστήριο που συναντάνε χωρίς να τους πάρουν είδηση οι απρόοπτοι
επισκέπτες που κυνηγάνε τον θησαυρό.
Είχαν περάσει δύο εβδομάδες από τότε που
πρωτόφτασαν στο νησί όταν άρχισαν να ακούνε φωνές τα βράδια και να βλέπουν φώτα
από κεριά μέσα στη θάλασσα. Η περιέργεια άρχισε να τους τρώει καθώς οι μέρες
περνούσαν. Κάποια στιγμή αποφάσισαν να ερευνήσουν το ζήτημα.
Ένα βράδυ λοιπόν, πήραν τη βάρκα και πήγαν
προς το φως. Εκεί ανακάλυψαν κάτι πειρατές να συζητάνε για έναν θησαυρό
κρυμμένο στο νησί. Ξαφνικά ένα κύμα τους χτυπάει και τους ρίχνει στη θάλασσα
κάνοντας έναν δυνατό παφλασμό. Γρήγορα, ξανανεβαίνουν στη βάρκα και τραβάνε
κουπί πριν τους πιάσουν οι άνθρωποι του καπετάνιου.
Αφού φτάσουν στη στεριά τρέχουν και
κρύβονται σε μια μυστική, κρυμμένη σπηλιά που μόνο αυτοί ήξεραν που ήταν διότι
ο παππού της Scarlet της είχε μιλήσει στις ιστορίες του για αυτή. Περιμένουν
καρτερικά μέχρι που αποφασίζουν να φέρουν όλα τους τα πράγματα στην κρυψώνα
τους για να μην τα βρουν οι πειρατές και τα καταστρέψουν. Στην προσπάθειά τους,
πριν να το καταλάβει η Scarlet,
ο Wolf
εξαφανίζεται και η Scarlet
μένει μόνη της χωρίς να ξέρει τι να κάνει.
Την επόμενη μέρα η Scarlet ψάχνει
σε όλο το νησί τον Wolf για να τον βρει μέσα σε μια λακκούβα με χτυπημένο πόδι. Τον
βοηθάει να βγει έξω και βαδίζουν προς την σπηλιά-καταφύγιό τους. Επιδένουν το
πόδι του Wolf με τις προμήθειες που είχε μεταφέρει η Scarlet και
σχεδιάζουν το επόμενό τους βήμα.
Η Scarlet,
θυμάται μια ιστορία που της είπε ο παππούς της για έναν θησαυρό με μαγνητικό
σεντούκι. Παίρνουν μια πυξίδα και ετοιμάζονται να ξεκινήσουν να ψάχνουν τριγύρω
το νησί αλλά βλέπουν κάτι που πριν δεν είχαν προσέξει. Ήταν γράμματα σκαλισμένα
στα τοιχώματα της σπηλιάς. Ήταν ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα για το πού βρίσκεται
ο θησαυρός.
Με καινούρια δεδομένα και την απάντηση στον
γρίφο παίρνουν τον θησαυρό και τον φέρνουν στη σπηλιά. Δυστυχώς, είχε ένα
λουκέτο που ζητούσε ένα κλειδί για να ανοίξει. Ένα κλειδί. Η Scarlet είχε
ξαναδεί ένα παλιό κλειδί κάπου αλλά που? Ξαφνικά θυμάται. Ήταν το κολιέ που φορούσε συνέχεια ο παππούς
της και ποτέ δεν έβγαζε και τώρα το φορούσε η ίδια. Με την περιέργεια να τους
τρώει τα σωθικά και με σκληρή καρδιά συμφωνούν να ανοίξουν το σεντούκι με ασφάλεια
στο σπίτι τους.
Όταν γύρισαν, μια έκπληξη τους περίμενε. Η André, η θεία της Scarlet που
η ίδια τη μισούσε και ήταν η μόνη συγγενής που της έμενε, καθόταν στον καναπέ
περιμένοντάς την. Αφού τους έπιασαν και τους φυλάκισαν, η André ομολόγησε στη Scarlet πως είχε
σκοτώσει τον παππού της για να της αφήσει στη διαθήκη του την περιουσία του σε
αυτήν αλλά αυτός ο ξεμωραμένος γέρος την άφησε στη Scarlet. Της είπε πως σκόπευε να τους
δέσει σε μια βάρκα και να τους βυθίσει στη θάλασσα για να φανεί σαν ατύχημα και
να πάρει αυτή ότι της ανήκε εξ αρχής. Δεν είχε το κλειδί βέβαια αλλά θα έσπαγε
το λουκέτο όταν ξεμπέρδευε με αυτήν. Τους άρπαξαν και άρχισαν να τους δένουν.
Τους οδήγησαν σε μια σπασμένη βάρκα και
τους άφησαν στα βαθιά νερά. Είχαν αρχίσει να βυθίζονται όταν ο Wolf έβγαλε
από την μπότα του έναν σουγιά και άρχισε να λύνει τα δεσμά της Scarlet. Η Scarlet με τη
σειρά της έλυσε τα δεσμά του Wolf
και έφυγαν κολυμπώντας προς τη στεριά.
Κατευθύνθηκαν προς την αστυνομία με και
εξήγησαν την όλη κατάσταση. Η αστυνομία στην αρχή δεν ενδιαφέρθηκε καθώς μικρά
παιδιά τους έκαναν φάρσες όλη την ώρα αλλά όταν η Scarlet τους
έδωσε το σχεδόν ξεχασμένο ηχογραφημένο μήνυμα, συνέλαβαν την Andre και τους
πειρατές με τους οποίους συνεργαζόταν.
Όταν έφτασαν σπίτι η Scarlet και ο Wolf, παρόλο που ήταν
εξουθενωμένοι, πήγαν -με την καρδιά τους να χτυπάει δυνατά- στο σεντούκι που
είχε δημιουργήσει τόσο μεγάλη ταραχή και τόσους μπελάδες. Μέσα, ήταν γεμάτο με
αρχαία νομίσματα που ένα μουσείο θα έδινε μια περιουσία για να αποκτήσει. Χωρίς
να το πολυσκεφτεί, η Scarlet έκλεισε και κλείδωσε το μπαούλο και πήγε με τον Wolf ξοπίσω
της στον καναπέ και έκατσαν με ανακούφιση. Μετά από λίγο, είχαν και οι δύο
κοιμηθεί με τα κεφάλια τους να ακουμπάνε.
Την επομένη, κατευθύνθηκαν στο αρχαιολογικό
μουσείο και πούλησαν όλα τα νομίσματα του μπαούλου και χωρίς πολλή σκέψη
βάδισαν στο ορφανοτροφείο και δώρισαν τα περισσότερα χρήματα (έπρεπε κάπως και
αυτοί να ζήσουν) και έφυγαν για το σπίτι τους.
Αφού μάζεψαν κι άλλες προμήθειες ξαναπήγαν
ανακουφισμένοι που όλη η ιστορία είχε τελειώσει στο πανέμορφο νησί και
συνέχισαν τις διακοπές τους χωρίς άλλες απροσδόκητες εκπλήξεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου