Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

Ένα διήγημα με έμπνευση από το "Las Meninas" του Diego Velázquez

 Νέες εκπλήξεις από το εργαστήρι μας για τον Αντώνη Σαμαράκη:

 Η άσκηση ήταν να γράψουν τα παιδιά μια ιστορία βασισμένη σε κάποιον πίνακα ζωγραφικής ή να ζωγραφίσουν με έμπνευση από ένα ποίημα...




LAS MENINAS

 

του Νίκου Μικελάκη

Ο ζωγράφος Diego Velázquez στέκονταν μπροστά από το ψηλό καβαλέτο του. Δούλευε από καιρό το πορτραίτο του βασιλιά Φιλίππου IV και της βασίλισσας Μαριάννας. Εκείνη την είχε ζωγραφίσει μ’ ένα λευκό μεταξωτό πέπλο στα πλούσια κοκκινόξανθα σγουρά μαλλία της,  φορώντας το επίσημο λευκό αυτοκρατορικό της ένδυμα, να κρατά το χέρι του βασιλιά. Εκείνος σοβαρός, χαμογελούσα ελαφρά πίσω από το λεπτό ξανθό μουστάκι του. Σε λίγο θα έρχονταν να δουν τον πίνακα  ολοκληρωμένο. Είχε να προσθέσει μόνο μερικές πινελιές στο βάθος με πορφυρό χρώμα για να τον κάνει πιο εντυπωσιακό.

Όλοι είχαν μαζευτεί στο στούντιο που του είχε παραχωρήσει ο βασιλιάς στο παλάτι Alcazar στη Μαδρίτη, και περίμεναν το βασιλικό ζεύγος. Η μικρή πριγκίπισσα Μαργαρίτα Θηρεσία ανυπομονούσε να δει τους γονείς της. Μαζί της ήταν οι δύο νεαρές ακόλουθοι της, η κουβερνάντα της Μαρκέλα και ένας σωματοφύλακας. Από τη συνοδεία της δεν θα μπορούσε να λείψουν οι αγαπημένοι της νάνοι, Μαρί και Νικόλας, και ο σκύλος της.

 Η Ιζαμπέλα Αυγουστίνα έχει ήδη ετοιμάσει το τσάι φράουλα που της είχε ζητήσει και με ταπεινότητα της το προσφέρει. Εκείνη όμως με γυρισμένο το κεφάλι της παρακολουθεί  τον νάνο Νικόλα Πετρουζάτο να χαϊδεύει με τα πόδια του το σκύλο που μόλις είχε αποκοιμηθεί. Πόσες φορές είχε παρακολουθήσει την ίδια σκηνή και είχε σκάσει από τα γέλια. Ο σκύλος, ο οποίος δεν συμπαθούσε καθόλου τον μικρό κύριο που όλο τον πείραζε, θα γαύγιζε και στη συνέχεια θα τον κυνηγούσε σε όλο το δωμάτιο. Τότε ο Νικόλας για να γλιτώσει θα κρύβονταν κάτω από τα φουστάνια της δεσποινίδας Μαρκέλα, η οποία έντρομη θα έβαζε τις φωνές. Ο σωματοφύλακας τότε θα έπαιρνε το σκυλί αγκαλιά και ο Νικόλας θα έβγαινε επιτέλους από το φουρό της.

Όμως, όσο και αν ο Νικόλας τον κλώτσαγε, το πιστό σκυλί που είχε ξυπνήσει δεν αντιδρούσε, αλλά κοίταζε επίμονα προς την πόρτα.

«Μήπως είχε μυρίσει τον μπαμπά και τη μαμά;», σκέφτηκε η πριγκίπισσα Μαργαρίτα.

«Ποιός είσαι εσύ;» ακούστηκε να φωνάζει δυνατά ο Δον Χοσέ Νιέτο Βελάσκεθ, που μόλις κατέβαινε τα σκαλιά;

«Σταμάτησε τώρα εκεί που βρίσκεσαι και σήκωσε τα χέρια ψηλά….αλλιώς…»

Δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρόταση και σώπασε από τον φόβο, καθώς πρόσεξε το περίεργο πρόσωπό του. Όλοι στράφηκαν να δουν τον μαυροφορεμένο ξένο, που μόλις είχε εμφανιστεί. Φορούσε μαύρο ένδυμα και μια μαύρη κουκούλα κάλυπτε το πρόσωπό του. Ήταν όμοιος με τον Χάρο. Το πρόσωπό του αλλόκοτο. Το μισό σαν να ήταν ζωγραφισμένο, κεντημένο μ’ ένα λεπτό δερμάτινο ύφασμα. Διαγράφονταν καθαρά το κρανίο ενός νεκρού, με τα κάτασπρα δόντια του να ξεπροβάλουν από το χλωμό πρόσωπό του. Από τη μύτη και πάνω τα μάτια του ήταν το μόνο ζωντανό που θύμιζε άνθρωπο.

«Τι είσαι;» ψιθύρισε η μικρή Μαργαρίτα φοβισμένη. «Είσαι νεκρός ή ζωντανός;»

«Ζωντανός φυσικά! Πώς σου ήρθε αυτή η ιδέα!»

Ο ζωγράφος τον παρατηρούσε με τα διαπεραστικά του μάτια.

«Από πού έρχεσαι; Φαίνεσαι αλλόκοτος, δεν είσαι σαν και εμάς!»

«Από το…..»

«Αυτό που φοράς, ποιός το έφτιαξε, ποιός το ζωγράφισε ; Δεν καταλαβαίνω!» τον ρώτησε ο ζωγράφος.
«Κυρίε Diego Velázquez αναγνωρίζετε και εσείς τη φιγούρα σας πάνω του;» τον ρώτησε αμέσως η δεσποινίδα Μαρκέλα.

«Μα ναι, αυτή είμαι εγώ!....» φώναξε έκπληκτη η πριγκίπισσα. «Τι συμβαίνει ξένε; Πώς σε λένε; Ξέρεις ποιά είμαι εγώ;»

«Εμ… όχι….»

«Είμαι η Μαργαρίτα Θηρεσία, πριγκίπισσα , κόρη του Βασιλιά Φιλίππου  IV της Ισπανίας!»

«Τα σέβη μου πριγκίπισσα.  Εμ.. είμαι ο Νικόλας  Ιάσονας και ….έρχομαι από το μέλλον!»

«Από το μέλλον; Πώς είναι δυνατόν!»

«Προδότης! Προδότης! Φρουροί πιάστε τον και στείλτε τον αμέσως στην πυρά, πριν έρθει ο βασιλιάς!» φώναξε αγριεμένα ο Χοσέ Νιέτο.

«Μα είμαι και εγώ ένα παιδί, πριγκίπισσα Μαργαρίτα ! Δεν το βλέπεις; Τι κακό μπορώ να σας κάνω!»

«Δον Χοσέ Νιέτο σάς παρακαλώ μην τον σκοτώσετε….» είπε κλαίγοντας η μικρή.

 Πριν το καταλάβει ο μικρός Νικόλας, οι φρουροί τον είχαν πιάσει και τον είχαν δέσει με βαριές αλυσίδες….Ξαφνικά όλα γύρω του σκοτείνιασαν….

Γύρισε να παρακαλέσει την πριγκίπισσα για τελευταία φορά…και είδε ένα κόκκινο φως. 03.22….

«Ε… που βρίσκομαι… Ευτυχώς,…. ένα όνειρο ήταν!»

Το πρωί που σηκώθηκε κοιτάχτηκε στον καθρέπτη. Θυμόταν ακόμα όσα είχαν συμβεί σαν έναν εφιάλτη. Στη μπλούζα που φορούσε μπορούσε να αναγνωρίσει όλα τα πρόσωπα που είχε συναντήσει. Τυλιγμένο στο λαιμό είδε το κασκόλ με τη φιγούρα της νεκροκεφαλής….

«Αυτό μάλλον θα τους τρόμαξε», μονολόγησε.

Μήπως πράγματι είχε ταξιδέψει στο παρελθόν και δεν ήταν απλά ένα όνειρο, σκέφτηκε. Έπρεπε να το διερευνήσει…. «Μήπως ήταν κάποια αναδρομή σε προηγούμενη ζωή μου;»

«Νίκο τελείωνε….θα φύγει το σχολικό…»

Βιαστικά πήρε την τσάντα και βγήκε από το δωμάτιο….

«Δεν θα πω σε κανένα αυτό που έζησα. Θα με περάσουν για τρελό! Πρέπει να πάω στη βιβλιοθήκη του σχολείου να βρω τον πίνακα και να διαβάσω αν η μικρούλα που έχω στη μπλούζα μου ήταν η κόρη του βασιλιά της Ισπανίας,  Μαργαρίτα Θηρεσία. Πρέπει όμως  να θυμηθώ και τα άλλα ονόματα που άκουσα. Ο ζωγράφος πώς λέγονταν να δεις …..α ναι Diego Velázquez… και ο στρατιωτικός που με συνέλαβε…..εμ αυτόν δεν τον θυμάμαι….Νιέτο….κάπως έτσι…Για να δούμε τι θα βρούμε στην εγκυκλοπαίδεια για τον πίνακα αυτόν; Μήπως είμαι και εγώ σε αυτόν και δεν με βλέπω;…»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου