Στην 3η μας συνάντηση στο Βιβλιοπωλείο Οσελότος στα Ιωάννινα διαβάσαμε τα νέα παραμύθια που φτιάχτηκαν με έμπνευση από την πόλη.
Θα υπάρξει και νέος κύκλος σεμιναρίων...
Προς το παρόν απολαύστε ένα ακόμη όμορφο παραμύθι:
Η
περιπέτεια του Γιάννου στα Γιάννενα
Μαρίνα Κάλλου
Στα
δυτικά της Ελλάδας υπάρχει μια πόλη που είναι χτισμένη στην άκρη μιας
όμορφης λίμνης με ένα νησάκι στην μέση της.
Το όνομα
της πόλης είναι Γιάννενα . Μπορεί και να την γνωρίζετε.
Η πόλη ήταν
ξακουστή από τα παλιά χρόνια για τα γράμματα και το εμπόριο.
Από την εποχή που οι Τούρκοι ήταν οι κύριοι
της χώρας η αγορά και κυρίως η συνοικία κριθαροπάζαρο μάζευε κάθε μέρα, προπαντός τα Σάββατα, όλο τον κόσμο των γύρω
χωριών και της πόλης. Εκεί οι άνθρωποι πουλούσαν και αγόραζαν τα γεννήματα της
γης τους για το καθημερινό τραπέζι. Στάρι, κριθάρι, καλαμπόκι ,αλεύρι, φασόλια
,πιπεριές, γογγύλια, πατάτες, πιπέρια ,μαλλιά, δέρματα και ότι άλλο βάνει ο
νους σας. Πήγαιναν και ερχόταν νέοι,
γέροι, άντρες και γυναίκες, παιδιά, παππάδες, ιμάμηδες και ραβίνοι όλος ο κόσμος
της αγοράς.
Κάθε
Σάββατο κατέβαινε από το χωριό του και ο Γιάννος με τον πατέρα του για να
πουλήσει πατάτες αυγά και κότες και να αγοράσει ότι του παράγγελνε η μάνα του
για το χωριό. Καλό παιδί ο Γιάννος. Άκουγε πάντα προσεκτικά τι τον συμβούλευε ο
πατέρας του και είχε ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά του για να μαθαίνει και να
φυλάγεται από τις κακοτοπιές, όπως έλεγε πάντα η μάνα του. Έμαθε πολλά από τα
ταξίδια των πραματευτάδων και των ταξιδευτών. Άκουγε θαμπωμένος τις διηγήσεις
τους και περίμενε κι αυτός μια μέρα να δει τον έξω κόσμο. Μόλις τελείωνε τις
δουλειές του και πάντα αφού ρωτούσε τον πατέρα του κατέβαινε στον μόλο να
χαζέψει τις βάρκες και τους κύκνους της λίμνης. Ο Γιάννος παιδί, του δημοτικού
θα λέγαμε σήμερα, ήθελε να ανοίξει τα
φτερά του και να ταξιδέψει μακρύτερα για να γνωρίσει κι άλλον τόπο πιο
διαφορετικό από αυτόν που ήξερε μέχρι τώρα.
Δεν ξέρω αν
το γνωρίζετε;
Την εποχή
εκείνη σχολειά με δασκάλους για να μαθαίνουν τα ελληνόπουλα δεν υπήρχαν.
Έτσι προς
το παρών η βόλτα στη λίμνη ήταν ένα
μικρό ταξίδι που ήθελε να ευχαριστηθεί. Ο ήλιος άρχισε να λουλουδίζει
την γη και να την ζεσταίνει καθώς έμπαινε η άνοιξη. Πολλά πουλιά ταξιδευτές από
μακρινά μέρη έκαναν την εμφάνισή τους.
Η λίμνη έχει νέους κατοίκους! Τι όμορφα διαφορετικά πουλιά, και τι
διαφορετικά τιτιβίσματα!
-Αχ να
μπορούσα να έβλεπα ότι κι εσείς , στα ταξίδια σας, αγριόπαπια της
λίμνης! Είπε λυπημένα.
-Σε μένα
μιλάς αγοράκι;
-Ορίστε;….
Ποιος μίλησε;
-Μα η πάπια
που τόσην ώρα κοιτάς. Έλα μη ανοίγεις έτσι το στόμα θα χάψεις καμιά μύγα. Πα πα
πα πα πα !!!
-Μα οι
πάπιες δεν μιλούν...θα με χτύπησε η άνοιξη στο κεφάλι...ωχ και δεν έχω πυρετό!
-Μην
τρομάζεις αγοράκι με ακούς γιατί άφησες τα αυτιά σου ανοιχτά. Εμείς όλο μιλάμε
εσείς δεν ακούτε εκτός από μερικά παιδάκια με ανοιχτή καρδιά και αυτιά... σαν
τα δικά σου.
-Γιάννο με
λένε...και δεν είμαι και τόσο...παιδάκι.
-Ούτε εγώ
είμαι αγριόπαπια όπως λες. Είμαι η Ρίνα
η φαλαρίδα. Συχνά κάνω βόλτες στα χορταράκια κοντά στην όχθη της λίμνης γι'
αυτό και έτυχε να σε ακούσω.
-Θαυμάζω
τον τρόπο που κολυμπάς και περιδιαβαίνεις στην λίμνη .
-Και εγώ
τον τρόπο που περπατάς.
-Τι όμορφη
που είσαι Ρίνα ..μικρή μα όμορφη... και τόσο σίγουρη όταν κολυμπάς και κάνεις
βουτιές στα θολά νερά της λίμνης!
-Καλά τα
λες αλλά δεν βλέπεις ότι μένω σε λίμνη περιτριγυρισμένη από ανθρώπους και τα
σπίτια τους. Εσείς οι άνθρωποι που είστε πιο δυνατοί από μας δεν μας προσέχετε
καθόλου κι ας μένουμε δίπλα σας .Συχνά μας βάζετε σε μπελάδες με την
συμπεριφορά σας...
Μπαμ! Μπαμ
μπουμ ακούστηκε ξαφνικά και πριν καλά
καλά καταλάβει ο Γιάννος τι συμβαίνει η Ρίνα η φαλαρίδα βούτηξε και χάθηκε από
τα μάτια του.
-ποιος
ξέρει αν θα την ξανασυναντήσω... μονολόγησε ο Γιάννος και άρχισε να παίρνει τον
δρόμο της επιστροφής.
Το παιδί
δεν ξέχασε την συνάντηση που είχε με την φαλαρίδα της λίμνης και κάθε φορά που
κατέβαινε στην λίμνη έψαχνε να την ξαναδεί ανάμεσα στα άλλα πουλιά. Έμαθε να
παρατηρεί τη φύση γύρω του και τα πουλιά
πιο προσεκτικά. Τις συνήθειες των πουλιών, πως τρεφόταν, πως προστατεύονταν
από τον άνεμο, που είχαν τις φωλιές και
πως τάιζαν τα μικρά τους.
Σε μια
βόλτα που έκανε στην λίμνη κοντά στους καλαμιώνες βρήκε κρυμμένο ένα όμορφο πουλί σαν την Ρίνα την φαλαρίδα.
Έμενε πολύ ήσυχο και κάθε τόσο έκανε έντονες κινήσεις με τα φτερά του. Πλησίασε
πολύ προσεκτικά για να μην τρομάξει το πουλί και κατάφερε να το βγάλει στην
όχθη, όπου και διαπίστωσε ότι ήταν αδύναμο και πληγωμένο στο ένα του φτερό.
Χωρίς
καθόλου να διστάσει αποφάσισε να το βοηθήσει.
Τί γνώριζε
για πληγωμένα φτερά πουλιών;
Τίποτα.!
Το μόνο που
ήξερε ήταν τι έκανε η γιαγιά του όταν είχε χτυπήσει μια φορά πολύ.
Βέβαια...
θα μπορούσε να κάνει το ίδιο!
Έδεσε
προσεκτικά το πληγωμένο φτερό, και βρήκε ένα πιο απόμερο μέρος στις καλαμιές
για να το προστατέψει από άλλα ζώα ή
ανθρώπους.
Έψαξε και
βρήκε στα γύρω χωράφια τα βότανα που χρησιμοποίησε η γιαγιά του ,για να φτιάξει
μια προστατευτική αλοιφή για να μην μολυνθεί το πληγωμένο φτερό, και γύρισε να
το περιποιηθεί και πάλι.
Τώρα έπρεπε
να βρει τροφή για το πληγωμένο ζώο πριν το αφήσει και πάλι. Είχε παρατηρήσει
πολλές φορές τις φαλαρίδες της λίμνης που τρώγανε χορταράκια αλλά και μικρά
σκουλήκια από την άκρη της λίμνης.
Έτσι μάζεψε
ότι πίστευε ότι μπορούσε να φάει και αφού το άφησε στην φωλιά, με κρύα καρδιά
το άφησε στην τύχη του.
Όταν
αργότερα συνάντησε τον πατέρα του στην αγορά εκείνος κατάλαβε πως κάτι
απασχολούσε το μυαλό του γιού του και του είπε.
-Που
ταξιδεύεις με το μυαλό σου παλικάρι μου, μήπως βούλιαξε κανένα καράβι σου;
Ο Γιάννος
μετά από ένα βαθύ αναστεναγμό χαμηλώνει το κεφάλι για να πάρει θάρρος και λέει
όλη την απογευματινή του περιπέτεια με την φαλαρίδα της λίμνης.
Ο πατέρας
του βάζει τα γέλια και του λέει
-Και γι' αυτό αναστενάζεις παιδάκι μου! Και τι
λες πάμε να πάρουμε το πληγωμένο πουλί στο σπίτι να το προστατέψουμε μέχρι να
γιατρευτεί, κι αν γίνει καλά με την βοήθεια του θεού θα το επιστρέψουμε στην
φωλιά του.
Έτσι και έγινε μετά από μια βδομάδα φροντίδας το
πουλάκι αρχίζει να δυναμώνει. Τώρα βγάζει δυνατές κραυγές και ήρθε η ώρα να
επιστρέψει στην φωλιά του. Ο Γιάννος δεν θυμάται πιο χαρούμενη στιγμή στη ζωή
του.
Στον δρόμο της επιστροφής πατέρας και γιός
χαρούμενοι μιλούν για την αγάπη τους για την φύση, για τη ζωή. Ο Γιάννος σε μια
στιγμή λέει:
- Πατέρα
σκέφτομαι πως υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν γνωρίζω ... δεν μου φτάνει αυτό που
μαθαίνω από σένα κι ότι ακούω στην αγορά. Πρέπει να μάθω να γράφω και να
διαβάζω καλά, να υπολογίζω σωστά, να
μπορώ να δω τον κόσμο με ορθάνοιχτα μάτια .
Ο πατέρας
κοιτά με αστραφτερό βλέμμα τον γιό του τον αγκαλιάζει με θέρμη από τους ώμους
και του λέει
-Η γνώση δεν πρέπει να μένει κρυφή αλλά να
μοιράζεται και να ανθίζει. Μόνο έτσι οι τυφλοί
βρίσκουν το φως τους και οι σκλαβωμένοι την ελευθερία τους. Είμαι
χαρούμενος με την απόφασή σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου