Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Ένα κείμενο - από τις κόρες του -για τον ποιητή του Θεσσαλικού κάμπου Τάκη Τλούπα



Από τη θαυμάσια ιστοσελίδα http://takis.tloupas.gr 
αντιγράφω το κείμενο που υπογράφουν οι δυο κόρες του Χριστίνα & Βάνια Τλούπα 

Το πολύτιμο υλικό -οι φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα- υπάρχει αρχειοθετημένο και είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου, στο Studio φωτογραφίας που διατηρεί πλέον η κόρη του Βάνια Τλούπα, που σαν φωτογράφος συνεχίζει την παράδοση στην Τέχνη της φωτογραφίας.




Ο Πατέρας μας

Γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σ´ ένα σπίτι απλό, ζεστό, φωτεινό και πάνω απ´ όλα ανθρώπινο. Ανοιχτό σε όλους, φίλους, συγγενείς, Λαρισαίους μα κι απ´ όλη την Ελλάδα, απ´ όλα τα μέρη του κόσμου. Δεν πέρασε ούτε μέρα χωρίς φιλοξενούμενο στο τραπέζι μας. Όλο και κάποιος ερχόταν για να δει τον Τάκη και να γευτεί τα φημισμένα μεζεδάκια της μαμάς. Σ´ ένα σπίτι, το οποίο στην κυριολεξία βρισκόταν μέσα στο μαγαζί. Μεγαλώσαμε τριγυρισμένες απ´ τα έργα του αλλά και από την αγάπη του για τη ζωή. 
Λιγομίλητος, «κλειστός» άνθρωπος, σπάνια εκδηλωνόταν. Όμως ένα βλέμμα, μια κίνηση,  ένα νεύμα του, ήταν το παν. Μάθαμε πράγματα που δεν διδάσκονται στα σχολεία. Να παρατηρούμε τα πάντα γύρω μας με μοναδική ευαισθησία, τις πρώτες ακτίνες του ήλιου, τα σύννεφα στη δύση, τα χρώματα του δάσους το φθινόπωρο, τα μανιτάρια, μα πιο πολύ τον άνθρωπο.
Αντιπαθούσε τις βαθυστόχαστες αναλύσεις, ήταν απλός αλλά όχι απλοϊκός, ολιγαρκής αλλά και γενναιόδωρος σε αγάπη και ευαισθησία.
Προοδευτικός και πρωτοπόρος έβλεπε τον ορίζοντα μπροστά από την εποχή του.
Γεννήθηκε το Γενάρη του 1920 και η καταγωγή του ήταν από τη Σελίτσανη του Κίσαβου. Ο παππούς του ήταν χαλκουργός και ο πατέρας του ξυλουργός. Στην αρχή ασχολήθηκε με το σκάλισμα των επίπλων, αφού η ξυλογλυπτική του εξασφάλιζε ένα άνετο μεροκάματο. Μέχρι που έφτασε στα χέρια του ένα περιοδικό της εποχής « Ο ΘΕΑΤΗΣ », το οποίο στη θεματολογία του περιελάμβανε σχετικές οδηγίες για τις τεχνικές λήψης της φωτογραφίας και βοηθούσε τους ερασιτέχνες.

Ουσιαστικά όμως όλα ξεκίνησαν σε μια εκδρομή του Ορειβατικού Συλλόγου στον Παλαιό Παντελεήμονα. Ο πρόεδρος του συλλόγου, ερασιτέχνης φωτογράφος του δείχνει τη φωτογραφική του μηχανή και κείνος ζητά περισσότερες πληροφορίες για τη λειτουργία της.

Επιστρέφοντας στη Λάρισα αποφασίζει να ξεναγηθεί μόνος του στο μαγικό κόσμο της φωτογραφίας αγοράζοντας την πρώτη του μηχανή μια Μποξ Τενκορ. Έμοιαζε με ένα απλό τετράγωνο κουτί, δεν είχε ταχύτητες και διαφράγματα και διέθετε δύο κλίμακες φωτογράφησης από 1 έως και 3 μέτρα και από 3 μέτρα έως το άπειρο.
Φωτογραφίζει πρώτα την αδερφή του, την Αυγή και με βοηθό τον αδερφό του Φιλόλαο (γλύπτη που ζούσε στο Παρίσι) συμβουλευμένος τον Θεατή εμφανίζει το φιλμ με αποκαρδιωτικά αποτελέσματα. Ωστόσο δεν απογοητεύεται και συνεχίζει την προσπάθεια. Έρχεται σε επαφή με επαγγελματίες φωτογράφους, μαθαίνει να υπολογίζει τους χρόνους εμφάνισης των φιλμ και να προσέχει ιδιαίτερα το φωτισμό. Τα θετικά αποτελέσματα δεν αργούν να έρθουν, το πάθος του για τη φωτογραφία μεγαλώνει και αρχίζουν πλέον να εμφανίζονται τα θέματα που του ταιριάζουν.

 

Μετά τον πόλεμο άρχισε να ασχολείται πλέον ουσιαστικά με τη φωτογραφία. Σε κάποια γωνία του ξυλουργείου δημιουργεί το δικό του χώρο, αγοράζει καινούργιες μηχανές, φωτογραφίζει τα συνηθισμένα θέματα της εποχής για βιοπορισμό αλλά δεν εγκαταλείπει τις αποδράσεις στην ύπαιθρο. Ωστόσο ένα ταξίδι που κάνει στο Παρίσι το 1952, είναι η αφορμή για να αναθεωρήσει κάποιες απόψεις του για το καθημερινό του μεροκάματο, κι έτσι γυρνώντας αποφασίζει να ελαττώσει όλες αυτές τις δουλειές που τον «σκότωναν» και να κάνει αυτό που πάντα ήθελε: Να περιπλανιέται στην ύπαιθρο.


 Αγοράζει μια βέσπα και αρχίζει το ταξίδι του, πρώτα από τη Θεσσαλία. Σ´ αυτό, τον βοήθησε ιδιαίτερα και η ανάθεση κάποιων φωτογραφήσεων για λογαριασμό του Ερυθρού Σταυρού, της Μηχανικής Καλλιέργειας και του Δασαρχείου. Το 1960, αντικαθιστά τη βέσπα με το θρυλικό του 2CV και περιπλανιέται σε  ολόκληρη την Ελλάδα.


 

Η περιπλάνηση στάθηκε ιδιαίτερα δημιουργική. Με την ιδιαίτερη αγάπη του για το ασπρόμαυρο φιλμ αποτυπώνει πάνω από 30.000 θέματα με ότι τον ευχαριστεί και τον συγκινεί. Τον Θεσσαλικό κάμπο με τους ξωμάχους του να οργώνουν τα χωράφια τους και να θερίζουν τα σπαρτά τους. Τις νομαδικές φυλές των κτηνοτρόφων να μετακινούνται με τα κοπάδια τους. Το Πήλιο χιονισμένο αλλά και ανθισμένο, τις ομορφιές του Πηνειού, τα μαγευτικά Τέμπη, τα Μετέωρα και το Άγιο Όρος, την Πίνδο, τη Σκόπελο, την Κρήτη. Τον Όλυμπο και τον Κίσαβο τα δυο πανέμορφα βουνά μας που το καθένα προσπαθούσε να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του προκαλώντας τον να το επισκεφθεί. Μαγεύονταν από τις ομορφιές τους κάθε εποχή στο πέρασμα του χρόνου. Τη λίμνη Κάρλα με τους ψαράδες και τις ψαροκαλύβες τους. Μα κι όταν την αποξήραναν ήταν εκεί και αποτύπωσε εκείνες τις μοναδικές εικόνες με την ξεραμένη γη. Όμως η Λάρισα η πόλη στην οποία γεννήθηκε, έζησε και τόσο αγάπησε ήταν το θέμα που φωτογράφησε περισσότερο στο πέρασμα του χρόνου.


 

Κατά καιρούς έλεγε: Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές έβλεπα πράγματα που δεν έβλεπαν οι άλλοι και που ένιωθα πως θα χαθούν.  Πολλές από τις αγροτικές εργασίες, που δεν είχαν διαφοροποιηθεί εδώ και χιλιάδες χρόνια, ραγδαία άρχισαν να μεταβάλλονται. Η εφαρμογή της τεχνολογίας ήταν πλέον πραγματικότητα. Έτσι γεννήθηκε μέσα μου η αγωνία της απαθανάτισης. Η συνεχιζόμενη φθορά που παρατηρούσα γύρω μου αποτέλεσε επίσης την αιτία για να φωτογραφήσω τα έργα των ανθρώπων.  Ένιωθα ότι θα γίνουν καταστροφές, ότι θα χαθεί ένα κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Έβλεπα σε κάποιες εκκλησίες και μοναστήρια, λεπτομέρειες αρχιτεκτονικές, τις οποίες δεν τις έβλεπαν οι ειδικοί κι έλεγα πως θα μπορούσαν να διασωθούν έστω ως εικόνες στη μνήμη των ανθρώπων. Ίσως τελικά να μην ήθελα να διασώσω μόνο την εικόνα του κτίσματος, αλλά εκείνη την αγωνία του μάστορα για το δημιούργημα του και για την πορεία του στο πέρασμα του χρόνου. Όσο για τον ορισμό της φωτογραφίας έλεγε: Η φωτογραφία αυτοπροσδιορίζεται. Η ίδια η φωτογραφία ορίζει την τέχνη της. Εγώ αναζητώ εκείνο που υπάρχει μέσα μου και αυτή η αναζήτηση μπορεί να κρατήσει χρόνια. Πολλές φορές μπορεί να σταθώ απέναντι σε ένα αντικείμενο αλλά να μην αποφασίζω να το  φωτογραφίσω, περιμένοντας εκείνη την ιδανική, για τα δικά μου μάτια στιγμή. Δεν μπορώ να πω τι είναι φωτογραφία, μπορώ να πω όμως πως με γοητεύουν οι ομίχλες όπως και οι αντικατοπτρισμοί, τα καθρεφτίσματα και οι αντανακλάσεις. Με συναρπάζουν τα παιχνίδια με το φως. Σίγουρα η φωτογραφία είναι φως, αλλά και άλλα πολλά.


 

Γράφηκαν πολλά και άλλα πολλά θα γραφούν για την τεχνική της τέχνης του και το έμφυτο ταλέντο του, που τον ανέδειξαν σε φωτογράφο γνωστό σε όλο τον κόσμο. Όμως η αύρα του, η ανθρωπιά του, το εύρος της ευαισθησίας του και η αισιοδοξία του δεν μπορούν να περιγραφούν. 

Σίγουρα, πνεύμα ελεύθερο, ανήσυχο, ζωηρό. Φωτογράφος, ξυλογλύπτης, ιστορικός ή ότι άλλο. Για μας θα είναι πάντοτε ο πατέρας μας.

Χριστίνα & Βάνια
Τλούπα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου